ΤΟ ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑ

<

Κυριακή 17 Απριλίου 2016

ΠΩΣ ΚΑΤΑΛΗΦΘΗΚΕ ΤΟ ΑΕΡΟΔΡΟΜΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ ΣΤΟ ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑ




«ΑΝΤΙΠΑΛΕΣ δυνάμεις κατά τη μάχη ήταν, από τη μια, η ασφάλεια του αεροδρομίου και, από την άλλη, οι στρατιώτες της ΕΛΔΥΚ. Η ασφάλεια του αεροδρομίου αποτελείτο κυρίως από νεοσύλλεκτους αστυνομικούς, με ελαφρύ οπλισμό. Υπεύθυνος ασφαλείας ήταν ο υπαστυνόμος Χριστάκης Προκοπίου, ο οποίος μετατέθηκε εκεί από την Προεδρική Φρουρά Μακαρίου, όπως και οι πιο πολλοί λοχίες υπεύθυνοι βάρδιας.

Μαζί με τα άλλα του καθήκοντα, ο εκάστοτε λοχίας υπεύθυνος βάρδιας τοποθετούσε ένοπλο αστυνομικό έξω στο δρόμο, μπροστά από το κτήριο του αεροδρομίου, για επιτήρηση του χώρου όταν θα περνούσε από εκεί η αυτοκινητοπομπή που μετέφερε τον Πρόεδρο Μακάριο από και προς τη θερινή του κατοικία στο Τρόοδος. Η επίθεση κατά του αεροδρομίου εκδηλώθηκε λίγα λεπτά μετά που ο Μακάριος πέρασε από εκεί επιστρέφοντας από το Τρόοδος.

Εχθρικές δυνάμεις: Άγνωστος αριθμός στρατιωτών της ΕΛΔΥΚ, της οποίας το στρατόπεδο ήταν πολύ κοντά στο αεροδρόμιο. Είχαν σύγχρονο οπλισμό και την υποστήριξη αρμάτων μάχης. Τουλάχιστον δυο είχαν καταλάβει θέσεις μέσα στον δίαυλο με τα πυροβόλα τους στραμμένα στο κτήριο χωρίς περαιτέρω εμπλοκή.



Φίλιες δυνάμεις: Το Εφεδρικό Σώμα και η Προεδρική Φρουρά, που δέχτηκαν ταυτόχρονα επιθέσεις και κάθε μια είχε ν’ αντιμετωπίσει τον δικό της εχθρό.

Στο αεροδρόμιο δεν υπήρχαν οποιαδήποτε οχυρωματικά έργα, ούτε και σχέδιο ενεργείας, το οποίο να τεθεί σε εφαρμογή σε περίπτωση επίθεσης εναντίον του αεροδρομίου από οποιονδήποτε. Για μια χρονική περίοδο, αμέσως πριν και μέχρι την ημέρα του Πραξικοπήματος, δυο άντρες από την Προεδρική Φρουρά Μακαρίου με πολιτική περιβολή παρακολουθούσαν και κατέγραφαν επί καθημερινής βάσης τις μέρα με τη μέρα αυξανόμενες αφίξεις Ελλαδιτών αξιωματικών του στρατού, που, ως είχαν οι πληροφορίες μας, σκοπός της άφιξής τους ήταν να ηγηθούν του Πραξικοπήματος. Οι εν λόγω αξιωματικοί παρουσίαζαν φύλλα πορείας που τους ήθελαν να είναι Κύπριοι πολίτες εν γνώσει της Κυπριακής Δημοκρατίας, πλην όμως χωρίς καμιά αντίδραση, γιατί έτσι ήταν η τότε τακτική που ακολουθείτο για τη στελέχωση της Εθνικής Φρουράς.

Καθήκοντα φρουράς αεροδρομίου το πρωί της 15ης Ιουλίου είχε η βάρδια του λοχία Παντελή Ανδρέου. Το πρωί της ίδιας ημέρας, για τον έλεγχο των Ελλαδιτών αξιωματικών που μας έρχονταν με ψευδώνυμα, ήμουν εγώ και ο αστυνομικός 2387 Δημήτρης Δημητρίου, γνωστός ως Μήτσιος. Μόλις αναλάβαμε καθήκοντα με τον Μήτσιο, μεταφέραμε τα όπλα μας, ήτοι δυο Μ58, τα γνωστά τσέχικα, με δυο γεμιστήρες έκαστο, στο γραφείο του λοχία της βάρδιας Παντελή Ανδρέου για φύλαξη, με εξαίρεση τα πιστόλια μας, που μπορούσαμε να τ’ αποκρύψουμε κάτω από την πολιτική μας περιβολή. Τα πάντα ήσαν ήρεμα, το αεροδρόμιο λειτουργούσε κανονικά με αρκετό κόσμο για τις αναχωρήσεις μέχρι που ρίχτηκαν οι πρώτες ριπές αυτομάτων όπλων από το στρατό, προς εκφοβισμό των επί καθήκοντι φρουρών, οι οποίοι, κατά τη γνώμη μου, καλά έκαναν και παραδόθηκαν αμαχητί, διαφορετικά θα είχαμε πολλούς νεκρούς.

Στο άκουσμα των πυροβολισμών, έτρεξα με τον Μήτσιο στο γραφείο του υπευθύνου της βάρδιας και παραλάβαμε τα όπλα μας από τον Παντελή Ανδρέου. Πήρε και αυτός το δικό του και βγήκαμε έξω και οι τρεις. Τότε, είδαμε τρεις στρατιώτες οπλισμένους με αυτόματα Μ3 να εισέρχονται από την έξοδο επιβατών μέσα στην αίθουσα αφίξεων και καταλάβαμε ότι επρόκειτο περί Πραξικοπήματος. Έκανα προσπάθεια για θεριστική βολή αλλά δεν πέτυχα, γιατί δεν είχα αντιληφθεί ότι το όπλο μου ήταν στη βολή κατά βολή και, μέχρι σήμερα, χαίρομαι που δεν τους σκότωσα. Όταν δεν άκουσα ριπή να φεύγει από το όπλο μου ξαφνιάστηκα, οι δε στρατιώτες όρμησαν έξω από την ίδια πόρτα χωρίς να τους ρίξω άλλον πυροβολισμό. Προηγουμένως άκουσα τους Παντελή και Μήτσιο, που ήθελαν θέσεις μάχης με κάλυψη. Γύρισα πίσω προς το μέρος τους και συμφώνησα με τον Μήτσιο ν’ ανεβούμε στην ταράτσα του κτιρίου, για καλύτερη άμυνα μέχρι να έρθει βοήθεια από τη Λευκωσία, η οποία, όμως, δεν ήρθε ποτέ για τους λόγους που έχω αναφέρει πιο πάνω.

Καταφέραμε να πάμε μέχρι τον πρώτο όροφο. Εκεί ανταλλάξαμε μερικές ριπές αυτομάτων όπλων με στρατιώτες. Σε κάποια φάση, ενώ βρισκόμαστε στο γύρισμα της σκάλας για πιο πάνω, ο τοίχος δίπλα μας τράνταξε από τις ριπές με αποτέλεσμα κομμάτια υλικών να πέσουν πάνω μας. Ο Μήτσιος προχώρησε πιο πάνω κι εγώ πετάχτηκα από τη σκάλα κάτω, χωρίσαμε και ο καθένας θεώρησε τον άλλο σκοτωμένο…

Όταν ήμουν στον πρώτο όροφο, πρόσεξα ότι στον δίαυλο υπήρχαν δυο άρματα μάχης. Γνωρίζοντας ότι με μια χούφτα σφαίρες ήταν αδύνατο να σταματήσουμε ολόκληρο στρατό, αφού δεν είχαμε οποιαδήποτε βοήθεια από αλλού, έκαμα τη σκέψη να σταματήσω, αλλά δίσταζα να το πράξω. Όταν κατέβηκα κάτω, συναντήθηκα με τον επί καθήκοντι ηλεκτρολόγο του αεροδρομίου, ο οποίος με παρότρυνε και σταμάτησα, «για να μην μείνουν τα κοπελλούθκια μου ορφανά», όπως μου είπε χαρακτηριστικά. Σημειωτέον ότι ο ίδιος προηγουμένως, για να μας βοηθήσει να βγούμε στην ταράτσα, ξεκλείδωσε την πόρτα της σκάλας. Μαζί με τον ηλεκτρολόγο κατεβήκαμε σε μιαν υπόγεια αποθήκη, όπου έριξα τα όπλα μου και την αστυνομική μου ταυτότητα.

Όταν βγήκα πάνω, ως απλός πολίτης πλέον, επειδή δεν ήξερα πού να πάω, προχώρησα προς ένα σημείο όπου άκουα ομιλίες. Εκεί είδα πολίτες να κάθονται στο πάτωμα φρουρούμενοι από ένοπλους στρατιώτες και διατάχθηκα να κάνω το ίδιο. Όλους τους πολίτες, τους υποχρέωσαν να κάθονται στο πάτωμα κατά ομάδες υπό την απειλή των όπλων. Αμέσως μετά, και αφού δεν υπήρχε πλέον καμιά αντίσταση, μάζεψαν όλους τους πολίτες στην αίθουσα στην πρόσοψη του κτηρίου και ένας αξιωματικός της ΕΛΔΥΚ, από τις σκάλες που οδηγούν στον εξώστη και σε σημείο που να φαίνεται απ’ όλους, μας απηύθυνε το λόγο, για να μας πει, μεταξύ άλλων, ότι ο Μακάριος ήταν νεκρός. Ενώ μας μιλούσε, προς μεγάλη μου χαρά, είδα τον φίλο που τον Μήτσιο με τα χέρια ψηλά, να τον κατεβάζουν από την ίδια σκάλα, οπότε ο αξιωματικός διέκοψε την ομιλία του, για να μας πει ότι ο Μήτσιος είχε σκοτώσει ένα δικό του λοχία. Τον Μήτσιο, έμαθα μετά από τον ίδιο ότι τον μετέφεραν στο στρατόπεδο της ΕΛΔΥΚ και, αφού τον έδεσαν πάνω σε καρέκλα, μαζί με την καρέκλα τον έσερναν πίσω από αυτοκίνητο μέσα στο γήπεδο του στρατοπέδου!..

Στην ίδια αίθουσα, σ’ ένα από τα γραφεία των αεροπορικών εταιριών, είδα τους συλληφθέντες αστυνομικούς στριμωγμένους στο πάτωμα να φρουρούνται από ένοπλους στρατιώτες. Η σκέψη μου να το σκάσω μαζί με άλλους πολίτες όταν θα μας άφηναν ελεύθερους, διεκόπη όταν υπάλληλος των Κυπριακών Αερογραμμών, τον οποίο γνώριζα καλά, με κίνηση του χεριού του με υπέδειξε σε κάποιον υπολοχαγό, ο οποίος με συνέλαβε και με οδήγησε εκεί που ήταν οι άλλοι συλληφθέντες αστυνομικοί αφού ακούμπησε την κάνη του όπλου του στη ράχη μου.

Απώλειες: Ένα λοχίας της ΕΛΔΥΚ εξακριβωμένα νεκρός. Από την Αστυνομία, τραυματίας ο αστυφύλακας 529 Παναγιώτης Ερμογένους. Σε πρόσφατη επικοινωνία που είχα μαζί του για τις συνθήκες τραυματισμού του, μου εξήγησε ότι, όταν διετάχθη μαζί με άλλους αστυνομικούς να πετάξουν τα όπλα κάτω και να υψώσουν τα χέρια τους, αυτός, προφανώς από σύγχυση, ενώ ύψωσε τα χέρια συνέχισε να κρατεί το πιστόλι και τον πυροβόλησε ένας στρατιώτης στο σβέρκο. Σύμφωνα πάντα με τον ίδιο, ο υπεύθυνος ασφαλείας του αεροδρομίου Χριστάκης Προκοπίου, έκαμε ανεπιτυχή προσπάθεια για μεταφορά του στο Γενικό Νοσοκομείο Λευκωσίας αλλά, επειδή καθ’ οδόν συνάντησαν οδόφραγμα από πραξικοπηματίες, τους επέστρεψαν πίσω. Παραλήφθηκε από στρατιώτες του αυστριακού αποσπάσματος του ΟΗΕ και έτυχε νοσηλείας στη νοσοκομειακή τους μονάδα, όπου και κρατήθηκε μέχρι και το πέρας της πρώτης φάσης του πολέμου με τους Τούρκους.

Η κράτησή μας στο αεροδρόμιο διήρκεσε μέχρι το απόγευμα της ίδιας ημέρας. Ακολούθως μας μετέφεραν με δυο κλούβες υπό τη συνοδεία ισάριθμων αρμάτων μάχης στις Κεντρικές Φυλακές, όπου και παρέμεινα μέχρι την ημέρα της εισβολής της Τουρκίας στην Κύπρο, στις 20 Ιουλίου. Ενώ μας μετέφεραν, παρά τον κυκλικό κόμβο Κολοκασίδη, οι κλούβες σταμάτησαν και πέταξαν τον Μήτσιο όπως ένα σακί στη μια από αυτές – δυστυχώς όχι σ’ αυτήν που ήμουν εγώ, για να έχω την ευκαιρία να μιλήσω μαζί του, κυρίως ως προς το τι θα λέγαμε σε περίπτωση πολεμικής ανάκρισης».

(Λουκάς Λουκά, τότε αστυνομικός 1106 και μετέπειτα αξιωματικός, για τη Μάχη του αεροδρομίου Λευκωσίας την ημέρα του Πραξικοπήματος – Αρχείο Νίκου Παπαναστασίου).

ΣΧΟΛΙΟ: Ο κ. Λ. Λουκά στη μαρτυρία του είναι κατηγορηματικός: Στο αεροδρόμιο δεν υπήρχαν οποιαδήποτε οχυρωματικά έργα, ούτε και σχέδιο ενεργείας το οποίο να τεθεί σε εφαρμογή σε περίπτωση επίθεσης εναντίον του από οποιονδήποτε. Επίσης: Έφταναν συνέχεια αξιωματικοί από την Ελλάδα, με σκοπό «να ηγηθούν του Πραξικοπήματος». Τα δυο αυτά, όμως, γεγονότα, εγείρουν αβίαστα το ερώτημα: Εφόσον η πλευρά Μακαρίου γνώριζε ότι έρχονταν συνέχεια αξιωματικοί για να κάμουν Πραξικόπημα, τότε γιατί δεν υπήρχε ένα πρόχειρο έστω σχέδιο γι’ αντιμετώπισή του ; Κάποιος θα πρέπει να δώσει μια εξήγηση γι’ αυτό. Αν, παρ’ ελπίδα, δεν βρεθεί, η Ιστορία ασφαλώς θα δώσει την ετυμηγορία της.

 ΝΙΚΟΣ ΠΑΠΑΝΑΣΤΑΣΙΟΥ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Oσα δημοσιεύματα δεν έχουν την υπογραφή μας αντιπροσωπεύουν την προσωπική γνώμη των συγγραφέων τους και όχι την δική μας.Κάθε γνώμη είναι σεβαστή, αρκεί να αποφεύγονται ύβρεις, ειρωνείες και προσβλητικοί χαρακτηρισμοί, πολύ περισσότερο σε προσωπικό επίπεδο, εναντίον των συνομιλητών ή και των συγγραφέων, με υποτιμητικές προσφωνήσεις, ύβρεις,, ή απειλές.

ΜΕ ΖΩΝΤΑΝΗ ΤΗ ΜΝΗΜΗ

Η γνώση του ιστορικού παρελθόντος είναι απαραίτητη για την εθνική αυτογνωσία ενός λαού. Το blog μας με τρόπο απλό χωρίς να διαστρεβλώνει την ιστορική αλήθεια, φωτίζει με αναδρομές στα γεγονότα σελίδες ιστορίας του μαρτυρικού Λαού της Κύπρου και των Ελλαδιτών και Κυπρίων νεκρών και αγνοουμένων Ηρώων.