ΤΟ ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑ

<

Κυριακή 14 Ιουνίου 2015

ΚΥΠΡΟΣ 1970 8 ΚΑΙ 15 ΤΟΥ ΜΑΡΤΗ

Αποτέλεσμα εικόνας για ΚΥΠΡΟΣ 1970 8 ΚΑΙ 15 ΤΟΥ ΜΑΡΤΗ


Καταχωρήθηκε στις 05/01/2015από ΝΙΚΟΣ ΠΑΠΑΝΑΣΤΑΣΙΟΥ

Τι είπε τότε και 45 χρόνια μετά, ο Κ. Πατατάκος
ΔΙΑΡΚΟΥΣΗΣ της έρευνας και συγγραφής της παρούσης σειράς, δημοσιεύθηκε στον «Φιλελεύθερο» (Κυριακή 19.4.2015) συνέντευξη του κ. Κυριάκου Πατατάκου για τη δολοφονία Γιωρκάτζη. Η δημοσίευση αυτή, μας δίδει την ευκαιρία να ενδιατρίψουμε περισσότερο στα γεγονότα με βάση τα λεχθέντα από τον κ. Πατατάκο, από τα οποία προκύπτουν πολλά ερωτήματα γύρω από το θέμα αυτό.
Ο ΠΑΤΑΤΑΚΟΣ, αξιωματικός της Αστυνομίας τότε, με ανέλιξη στο Σώμα με τη βοήθεια και συνέργεια του Γιωρκάτζη, ήταν από τους πιο στενούς φίλους του δολοφονηθέντος

Πολύκαρπος Γιωρκάτζης και Κυριάκος Πατατάκος, αμέσως μετά τη λήξη του αγώνα της ΕΟΚΑ.Υπήρξαν στενοί φίλοι και συνεργάτες.πρώην υπουργού. Ειδικά κατά την περίοδο της δολοφονίας, το όνομά του τοποθετείται σε πρωταγωνιστική θέση, υπό την έννοια ότι ήταν μεταξύ των λίγων φίλων του οι οποίοι τον συνόδευαν σε κάθε του μετακίνηση. Η τοποθέτησή του, μάλιστα, ότι ήταν μαζί με τον Γιωρκάτζη την ώρα της δολοφονίας, παρέχει την ευχέρεια στον κάθε ιστορικό ερευνητή να δώσει σημασία και βάρος στα λεγόμενά του και, με βάση και τις δικές του έρευνες και μαρτυρίες, να καταλήξει σε συμπεράσματα, με πολλά, επαναλαμβάνουμε, τα ερωτηματικά και τις απορίες στη σκέψη του.

Η ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ είναι ιδιάζουσα και θα πάρει σε μάκρος, κι αυτό σε μια προσπάθεια οι αναγνώστες του blog μας να ενημερωθούν καλύτερα, αλλά και ο ιστορικός του μέλλοντος να βοηθηθεί κατά το καλύτερο δυνατό. Η αναφορά μάλιστα στον «Φ», ότι «ο Κυριάκος Πατατάκος, μετά από τόσα χρόνια θυμάται σχεδόν με κάθε λεπτομέρεια τα συνταρακτικά γεγονότα εκείνης της εποχής», δίδει την ευκαιρία  για διασταύρωση των λεχθέντων τότε και των σημερινών, με την εξαγωγή και των ανάλογων συμπερασμάτων.


«Ο Γιωρκάτζης είχε σχέση με την απόπειρα κατά Μακαρίου»

«Ο ΜΑΚΑΡΙΟΣ», αναφέρει  Πατατάκος, «πήρε πληροφορίες ότι ο Γιωρκάτζης είχε σχέση με την απόπειρα εναντίον του στην Αρχιεπισκοπή, την Κυριακή 8 Μαρτίου 1970, όπου τον πυροβόλησαν ενώ βρισκόταν σε ελικόπτερο». Τότε, συνεχίζει, πήγε ο αδελφότεκνός του Μακαρίου, Μιχαλάκης Χατζηκλεάνθους, μαζί με τον Ανδρέα Ποταμάρη στο διαμέρισμα του Γιωρκάτζη σε πολυκατοικία πίσω από το Χίλτον», για να ζητήσουν εξηγήσεις. Επειδή φοβήθηκε ο Γιωρκάτζης μήπως κάποιοι κάνουν κακό στον γιο του, αποφάσισε να φύγει από το διαμέρισμα. Είχαν βάλει και φρουρά έξω από την πολυκατοικία, αλλά εκείνος έφυγε κρυφά. Τον πήρε ο Νίκος Κόσης στο σπίτι του Τάκη Τσαγγάρη. (Πρόκειται για το σπίτι που είχαμε προαναφέρει, στον Άγιο Δομέτιο).

Ο ΠΑΤΑΤΑΚΟΣ δεν προσδιορίζει πότε έγινε η μετακίνηση Γιωρκάτζη, δίδοντας στον αναγνώστη την εντύπωση ότι αυτό έγινε μετά που Χατζηκλεάνθους και Ποταμάρης πήγαν στο διαμέρισμά του. Αυτό, όμως, με βάση και μαρτυρίες στο δικαστήριο, έγινε τη Δευτέρα 9 Μαρτίου, ενώ ο Γιωρκάτζης πήγε στο σπίτι Σκαρπάρη το Σάββατος 13 Μαρτίου. (Μαρτυρία Νίκου Κόση στο «Μέγα», Δημήτρη Ανδρέου, το 2001). Όσο για το ότι «ο Γιωρκάτζης αποφάσισε να φύγει γιατί φοβήθηκε μήπως κάποιοι κάνουν κακό στο γιο του», από μαρτυρίες βγαίνει το αντίθετο συμπέρασμα: Ότι δηλαδή, είναι ο Γιωρκάτζης που φοβόταν για τη ζωή του και ο δίχρονος τότε γιος του Κωνσταντίνος – τώρα δήμαρχος Λευκωσίας – ήταν ο σωτήρας του γιατί, όταν κάποιος πήγε στο διαμέρισμά του για να τον δολοφονήσει (όπως ο ίδιος τον εκμυστηρεύτηκε σε συναγωνίστριές του στην ΕΟΚΑ), κρατούσε τον μικρό στα γόνατά του και, προφανώς, ο υποψήφιος δολοφόνος έκανε πίσω.

ΕΠΙΣΗΣ ο Πατατάκος, δεν προσδιορίζει πότε ο Γιωρκάτζης – στο σπίτι του Σκαρπάρη – του είπε «εσύ να μείνεις εδώ και θα πάμε να συναντήσουμε κάποιον». Ο Γιωρκάτζης με ποιον ή ποιους άλλους θα πήγαιναν και, προπαντός, ποιον θα συναντούσαν, δεν αναφέρει. Του έδωσε, λέγει, να βγάλει φωτοτυπία ένα έγγραφο «που του έφερε ο Χαννίδης από το ΓΕΕΦ. «Το έγγραφο αυτό», προσθέτει,» ήταν σχέδιο πραξικοπήματος από τον στρατό. Πήγα και το έκρυψα στο πατρικό μου σπίτι στην Αγλαντζιά, ανάμεσα σε πέτρες στον μαντρότοιχο που είχαμε τα πρόβατα. Ο Γιωρκάτζης με έστειλε να πάω στο σπίτι του Πανίκου Ευθυμιάδη, που ήταν ποδοσφαιριστής του «Ολυμπιακού» και θα ερχόταν αργότερα να με βρει, για να συνεννοηθούμε. Πήγα και ύστερα ήρθε κι ο Γιωρκάτζης με τον Μεταξά και το Σολωμό, που ήταν φρουροί του αστυνομικοί».

ΚΑΙ στην περίπτωση όμως αυτή, ο Πατατάκος δεν λέει πότε έγιναν τα πιο πάνω, που έχει σημασία. Έτσι, ο αναγνώστης, θα μένει μάλλον με την εντύπωση ότι αυτά έγιναν την ημέρα που πήγαν στο διαμέρισμά του οι Χατζηκλεάνθος και Ποταμάρης και αμέσως μετά μετακινήθηκε στου Σκαρπάρη. Που χρονολογικά δεν είναι έτσι.

«Θέλουν να σκοτώσουν τον…τον…τον!»

ΣΤΗ συνέχεια, ο Κ. Πατατάκος αναφέρεται σε συνάντηση του Γιωρκάτζη με τον Παπαποστόλου έξω από το κτήριο της Ηλεκτρικής, «περνώντας το περβόλι του Κουρσουμπά, προς την Αμμόχωστο». Λέγει ότι, όταν έφυγε ο Παπαποστόλου και βρέθηκαν ξανά με τον Γιωρκάτζη, αυτός του έβαλε τις φωνές «γιατί του τα έκαμε θάλασσα» και όταν τον ρώτησε «Καλά ρε Πόλυ, ποιος εν ο σκοπός τους τούτους;», η απάντησή του ήταν: «Θέλουν να σκοτώσουν το Γλαύκο (Κληρίδη), τον Τάσο (Παπαδόπουλο), τον Μιλτιάδη (Χριστοδούλου), για να προκαλέσουν εμφύλιο πόλεμο, να επέμβει η Εθνική Φρουρά και να ξεκάνουν τον Μακάριο».

ΕΝΩ, όμως, ο Πατατάκος άκουσε τα φοβερά αυτά πράγματα, στη συνέντευξή του δεν κάνει κανένα απολύτως σχόλιο. Ούτε και ο δημοσιογράφος που την πήρε, ζήτησε περαιτέρω διευκρινίσεις. Αντίθετα, ο Πατακάκος προχώρησε να μιλήσει για την προσπάθεια του Γιωρκάτζη να φύγει από την Κύπρο, με συμβουλή, όπως αναφέρει, του Π. Δημητρίου. «Ήταν Παρασκευή 13 Μαρτίου», αφηγείται, « και θα έφευγε την Κυριακή. Κανονίσαμε τα εισιτήρια και μετέφερα στις 15 Μαρτίου τον Γιωρκάτζη μέχρι τη σκάλα του αεροπλάνου στο αεροδρόμιο Λευκωσίας». Όμως, με βάση τις εφημερίδες της εποχής και την επίσημη ανακοίνωση για την καταβίβαση Γιωρκάτζη από το αεροπλάνο, όλα αυτά έγιναν την Παρασκευή 13 Μαρτίου και όχι την Κυριακή 15 του μηνός. Η 15η αναφέρεται ως ημέρα δολοφονίας του Γιωρκάτζη.
ΣΤΟ σημείο αυτό, ο Πατατάκος αναφέρεται στα δυο πιστόλια που βρέθηκαν στο διαμέρισμά του Γιωρκάτζη και λέγει ότι «το ένα του το είχε δώσει ο Μακάριος», ενώ στο δικαστήριο που καταδίκασε τον Γιωρκάτζη σε πρόστιμο 160 λιρών για την κατοχή των πιστολιών – την Τετάρτη 11 Μαρτίου 1970 – λέχθηκε ότι και τα δυο πιστόλια τα είχε δωρίσει στον Γιωρκάτζη ο Μακάριος.
ΚΑΤΑ τον Πατατάκο, μετά που τον κατέβασαν από το αεροπλάνο και τον πήρε ο ίδιος στο σπίτι του Βάσου Τόφα, «δοκίμασε να μιλήσει στον Μακάριο, αλλά δεν τον δέχτηκε». Πήγε και βρήκε τότε τον Κληρίδη «και του εξήγησε ότι θα τον εκτελούσαν» (ποιοι;), αλλά ο Κληρίδης δεν του έδωσε σημασία. «Του το είπα με τρόπο, πρόσθεσε ο Πατατάκος,  «πρόσεχε που τον στρατό, γιατί εν επικίνδυνα τα πράματα. Εν τέλεια άσχετος, εν καταλάβει τίποτε!», μου είπε ο Γιωρκάτζης. Ύστερα πήγαμε στο σπίτι του Βάσου Τόφα και ο Γιωρκάτζης προσπαθούσε να επικοινωνήσει με τον Παπαποστόλου. Ήθελε πάση θυσία να τον βρει».

«Εγκατελείψετέ με ούλλοι!..»


Ο ΠΑΤΑΤΑΚΟΣ μετά, σύμφωνα με τη συνέντευξή του, έφυγε από το σπίτι του Τόφα, χωρίς όμως να λέγει πού πήγε. Αλλά, εκεί που βρισκόταν,  ο Γιωρκατζης τον ειδοποίησε να επιστρέψει «γιατί κανόνισε συνάντηση με τον Παπαποστόλου». Επέστρεψε και, όπως αναφέρει, το συνόδευσε «στο μοιραίο ραντεβού». Πήγε στο σπίτι του Τόφα «στις 7.00-7.30 το βράδυ», απ’ όπου και έφυγαν προς Μια Μηλιά, αυτός με το αυτοκίνητό του μπροστά και πίσω το αυτοκίνητο του Τόφα, με οδηγό τον ίδιο και συνεπιβάτες τη γυναίκα του, Θάλεια, και τον Γιωρκάτζη.
Η συνέχεια, όπως την αναφέρει ο κ. Πατατάκος:

«Όταν φτάσαμε στον δρόμο προς την Κυθρέα, έπαιξαν την πουρού και μου ένεψαν να σταματήσω. Ο Γιωρκάτζης ήρθε στο αυτοκίνητο μαζί μου και κάθισε στο τιμόνι. «Ρε Πόλυ, περίμενε γιατί θα είναι επικίνδυνα». Εθυμώθηκε. Άρχισε να φωνάζει: «Άφησέ με τζι’ εσύ!…Εγκαταλείψετέ με ούλλοι…» Εξεκίνησε να φύγει και έτρεξαν ξωπίσω του. Σταμάτησε και μπήκα κι εγώ στο αυτοκίνητο. Έστριψε προς το Βουνί, αριστερά, και μου είπε «εντάξει, κατέβα». Προηγουμένως, μου είχε εξηγήσει, ότι αν δεν ήταν ο Παπαποστόλου αλλά οποιοσδήποτε άλλος, τότε δεν θα σταματούσε και θα συνέχιζε το δρόμο προς το Βουνί. «Εσύ να πάρεις τον Τόφα (που έκανε περιπολίες στη Μια Μηλιά) και να φύγετε», μου είπε. Κρύφτηκα πίσω από ένα ανάχωμα και έβλεπα το αυτοκίνητό του που προχωρούσε μέσα στο σκοτάδι, γιατί είχεν ήδη νυχτώσει. Ξαφνικά είδα τα φώτα του στόπερ που άναψαν και αμέσως ακούστηκαν πυροβολισμοί. Έβγαλα τότε και εγώ το περίστροφο και έριξα δυο πυροβολισμούς, με τη σκέψη ότι αν δεν εσκοτώθηκε ο Γιωρκάτζης, ίσως να έφευγαν και να τον άφηναν. Το αυτοκίνητο έστριψε και στράφηκε προς το δρόμο, προς το μέρος μου. Κρύφτηκα πίσω από τα ανάχωμα και το αυτοκίνητο πέρασε. Έτρεξα στο αυτοκίνητο που ήταν ο Γιωρκάτζης και τον βρήκα πεσμένο πάνω από το τιμόνι και τα πόδια του να πατούν τα πεντάλια της βενζίνης και του κλατς. Εβουζούνιζε το αυτοκίνητο, που είχε βγει από το δρόμο προς τα χωράφια και ακινητοποιήθηκε. Τράβηξα πίσω το πόδι του Γιωρκάτζη από την βενζίνη και έσβησα τη μηχανή. Ύστερα προσπάθησα να τον βγάλω έξω από το αυτοκίνητο, αλλά δεν τα κατάφερα. Κατάλαβα ότι ήταν νεκρός. Προχώρησα στα κοντινά σπίτια της Μιας Μηλιάς και κτυπούσα τις πόρτες για να βρω αυτοκίνητο. Ύστερα εντόπισα τον Τόφα και μαζί ήρθαμε στη Λευκωσία.»

Τι είπε ο Πατατάκος στη θανατική ανάκριση

ΤΑ ίδια περιστατικά αφηγήθηκε ως  εξής ο Πατατάκος, κατά τη θανατική ανάκριση για το φόνο Γιωρκάτζη, που έγινε στο Επαρχιακό δικαστήριο Λευκωσίας, την Παρασκευή 29 Μαΐου 1970, με θανατικό ανακριτή το δικαστή Χρ. Χατζητσαγγάρη. Τα πρακτικά της ανάκρισης λήφθηκαν από την εφημερίδα «Αγών», την οποία εξέδιδε ο στενός φίλος του Γιωρκάτζη, Νίκος Κόσης:
«Την 15ην Μαρτίου 1970 και ώρα 6.00 μ.μ., ήλθεν εις τη οικίαν μου ο Βάσος Τόφας και μου είπεν ότι ο Γιωρκατζης θα με συναντούσεν εις τας 7.30 μ.μ. παρά τον πλαγιόδρομον Αγλαντζιάς, όπου θα μεταβαίναμεν κάπου. Μετέβην με το αυτοκίνητον του κ. Βυρίδη υπ’ αριθμόν DW678 εις τον προκαθορισθέντα τόπον (πλαγιόδρομον Αγλαντζιάς) τη 7.30 μ.μ. Επερίμενα περίπου 10 λεπτά, ότε έφθασεν ο Βάσος Τόφας επιβαίνων του αυτοκινήτου του CT708. Παραπλεύρως του Τόφα, εις το εμπροσθινόν κάθισμα, εκάθητο η κυρία του. Στο πίσω μέρος εκάθητο ο Γιωρκάτζης.
»Εγώ εξεκίνησα με το αυτοκίνητο DW678 μπροστά από αυτούς και εκείνοι ακολουθούσαν. Όταν επροχώρησα περί το ένα μίλι με κατεύθυνσιν προς τον νέον δρόμον Αμμοχώστου, εις ένα σημείον του δρόμου εσταμάτησα. Με επλησίασεν ο Γιωρκάτζης και μου είπε να προχωρήσω προ του Νέον Χωρίον Κυθρέας. Προχωρώντας, επέρασα την Μιαν Μηλιάν με κατεύθυνσιν προς την Κυθρέαν, ότε ο Τόφας, με τα φώτα του αυτοκινήτου του, μου έκαμε σήμα να σταματήσω και να επιστρέψω μέσω του χωρίου Μια Μηλιά.
»Όταν επροχωρήσαμε ένα μίλι περίπου από την μιαν Μηλιάν, εσταμάτησα, εσταμάτησε και ο Τόφας, ότε κατήλθεν από το αυτοκίνητον του Τόφα ο Γιωρκάτζης και επλησίασε το αυτοκίνητόν μου. Ο Γιωρκάτζης μου είπεν ότι θα ήθελε να οδηγήσει ο ίδιος και τότε εγώ εκάθισα δίπλα του και επροχωρήσαμε. Προηγουμένως, ο Γιωρκάτζης είπεν εις τον Τόφαν να μείνει εκεί και θα επιστρέφαμε να τον πάρουμε.

«Ήκουσα τέσσερις έως πέντε πυροβολισμούς»

»Εγώ και ο Γιωρκάτζης επροχωρήσαμε περίπου δύο μίλια. Τότε, σε έναν πλαδιόδρομο (χωματόδρομο),είδαμε ένα αυτοκίνητο εσταθμευμένον με τα μικρά του φώτα αναμμένα. Ηλαττώσαμε την ταχύτητάν μας και ο Γιωρκάτζης μου είπε: «Να, είναι αυτό το αυτοκίνητο που θα συναντήσω. Θα προχωρήσω σιγά και εκεί που θα στρίψω, να κατεβείς από το αυτοκίνητο και να μείνεις εκεί».
»Σύμφωνα με τας οδηγίας του, κατήλθα του αυτοκινήτου και ευρισκόμουν εις απόστασιν 200 μέτρων από το εσταθμευμένον αυτοκίνητον των αγνώστων. Εν συνεχεία κατηυθύνθην στα χωράφια περπατώντας και ο Γιωρκάτζης επλησίαζε το εσταθμευμένον αυτοκίνητον, τον επρόσεξα να σταματά. Μετά από ολίγα δευτερόλεπτα ήκουσαν τέσσερις έως πέντε πυροβολισμούς, ότε αντελήφθηκα ότι κάτι συμβαίνει. Δεν έχασα καιρόν και με το υπηρεσιακόν μου περίστροφον έριξα δύο πυροβολισμούς προς την κατεύθυνσιν του αυτοκινήτου δι’ εκφοβισμόν.
«»Μετά τους πυροβολισμούς, ήκουσα νέους πυροβολισμούς, αυτήν την φοράν ριπάς αυτομάτου όπλου διαφορετικούς από τους πρώτους. Τότε αντελήφθην ότι κάτι πολύ πιο σοβαρό συνέβαινε. Επροχώρησα 30 μέτρα από τον πλαγιόδρομον και εκαλύφθηκα πίσω από τα αναχώματα. Ευθύς αμέσως είδα το αυτοκίνητον των αγνώστων με αναμμένα πάλιν τα μικρά φώτα, να κατευθύνεται με ιλιγγιώδη ταχύτητα προς τον κύριος δρόμον. Δεν αντελήφθην πόσα πρόσωπα ευρίσκοντο εντός αυτού. Το μόνον που αντελήφθην, ήτο ότι τούτο ήτο ένα μικρόν σαλούν αυτοκίνητο, το οποίον και έστριψεν με κατεύθυνσιν την Κυθρέαν. Αμέσως έτρεξα προς το μέρος όπου ευρίσκετο ο Γιωρκάτζης και είδα ότι το αυτοκίνητόν του, αν και σταματημένο, εργάζετο με μεγάλην ταχύτητα. Είδα τον ίδιον εντός του αυτοκινήτου και επρόσεξα το πόδι του να πιέζει πολύ το πεντάλ της βενζίνης. Του το ετράβηξα και μετά έσβησα το αυτοκίνητο Εφώναξα εις τον Γιωρκάτζην, ούτος δεν απήντησε και αντελήφθην ότι ήτο νεκρός.

«Είδα τον Βάσον Τόφαν να περιφέρεται»

»Κατόπιν έφυγα μέσα από τα χωράφια, φοβούμενος μήπως με αναζητούν οι δράσται και κατηυθύνθην προς την Μιαν Μηλιάν. Εκτύπησα την πόρταν του πρώτου σπιτιού που συνήντησα, μου άνοιξε μια γυναίκα και την ερώτησα αν έχει αυτοκίνητον να με πάρει στην Λευκωσία. Αντί απαντήσεως, μου είπε να πάω στο καφενείο και να ρωτήσω. Καθ’ οδόν προς το καφενείο, είδα τον Βάσον Τόφαν να περιφέρεται με το αυτοκίνητόν του. Μπήκα στο αυτοκίνητον του Τόφα και, αφού του είπα τι συνέβη, του είπα να με μεταφέρει αμέσως στο σπίτι του κ. Κληρίδη. Πηγαίνοντας στον κ. Κληρίδη, παρά την Κεντρικήν Τράπεζαν, βρήκα έναν αυτοκίνητον Λαντ Ρόβερ της Αστυνομίας, το οποίο εσταμάτησε και, αφού μπήκα μέσα, μετέβην με τους αστυνομικούς στου κ. Κληρίδη.» (Ο Γλαύκος Κληρίδης ήταν τότε Πρόεδρος της Βουλής κα συναρχηγός με τον Γιωρκάτζη στον «Ενιαίον Κόμμα της Εθνικόφρονος Παρατάξεως».
ΣΤΟ σημείο αυτό, ο θανατικός ανακριτής κ. Χατζητσαγγάρης ρώτησε τον Πατατάκο αν γνώριζε το πρόσωπο που θα συναντούσε ο Γιωρκάτζης, κι’ αυτός απάντησε: «Μάλιστα, το γνωρίζω». «Και ποιος είναι αυτός;», ρώτησε ο δικαστής. Ο Πατατάκος απάντησε: «Ο Γιωρκάτζης μου είπεν ότι θα συναντούσε τον διοικητήν των ΛΟΚ Παπαποστόλου, δια να συλλέξει παρ’ αυτού ορισμένας πληροφορίας».

Σύγκριση των λεγομένων του Κ. Πατατάκου
ΕΠΙΧΕΙΡΩΝΤΑΣ μια σύγκριση των λεγομένων Πατατάκου τώρα και τότε, βλέπουμε τα εξής:
Τώρα λέει, πως «έφυγαν όλοι μαζί από το σπίτι του Τόφα», ενώ τότε ότι «πήγε μόνος του στον πλαγιόδρομο Αγλαντζιάς και περίμενε».
Τώρα λέει, πως «όταν έφτασαν στο δρόμο προ της Κυθρέα του έπαιξαν την πουρού και του ένεψαν να σταματήσει», ενώ τότε είχε πει ότι, «όταν προχώρησε ένα μίλι προς το δρόμο Αμμοχώστου σταμάτησε και ο Γιωρκάτζης του είπε να πάει προς ο Νέο Χωρίο Κυθρέας».
Τώρα λέει, πως εκεί που σταμάτησαν, «ο Γιωρκάτζης μπήκε οδηγός στο αυτοκίνητό του, προσπάθησε να φύγει, όμως τον αντίκοψαν και μπήκε και ο ίδιος στο αυτοκίνητο». Τότε, είχε πει ότι «ο Γιωρκάτζης είχε μπει στο αυτοκίνητό του όταν πέρασε μόνος από Μια Μηλιά προς Κυθρέα, ο Τόφας του είπε να επιστρέψει προς Μια Μηλιά και ένα μίλι περίπου από τη Μια Μηλιά σταμάτησε» και εκεί ήταν που οδηγός στο αυτοκίνητό του μπήκε ο Γιωρκάτζης.
Τώρα λέει, ότι ο Γιωρκάτζης «έστριψε προς το Βουνί αριστερά» και του είπε «κατέβα» αφού πριν «του εξήγησε πως αν δεν ήταν ο Παπαποστόλου αλλά οποιοσδήποτε άλλος, τότε δεν θα σταματούσε κα θα συνέχιζε το δρόμο προς το Βουνί». Τότε, είχε πει ότι, θα συναντούσε τον Παπαποστόλου (κι αυτό μετά από ειδική ερώτηση του θανατικού ανακριτή), αλλά: «Επροχωρήσαμε περίπου δύο μίλια. Τότε, σε έναν πλαγιόδρομο (χωματόδρομο),είδαμε ένα αυτοκίνητο εσταθμευμένον με τα μικρά του φώτα αναμμένα. Ηλαττώσαμε την ταχύτητάν μας και ο Γιωρκάτζης μου είπε: «Να, είναι αυτό το αυτοκίνητο που θα συναντήσω. Θα προχωρήσω σιγά και εκεί που θα στρίψω, να κατεβείς από το αυτοκίνητο και να μείνεις εκεί». Καμιά αναφορά σε Παπαποστόλου.

Τώρα λέει: «Κρύφτηκα πίσω από ένα ανάχωμα και έβλεπα το αυτοκίνητό του (Γιωρκάτζη) που προχωρούσε μέσα στο σκοτάδι, γιατί είχεν ήδη νυχτώσει. Ξαφνικά είδα τα φώτα του στόπερ που άναψαν και αμέσως ακούστηκαν πυροβολισμοί. Έβγαλα τότε και εγώ το περίστροφο και έριξα δυο πυροβολισμούς, με τη σκέψη ότι αν δεν εσκοτώθηκε ο Γιωρκάτζης, ίσως να έφευγαν και να τον άφηναν. Το αυτοκίνητο έστριψε και στράφηκε προς το δρόμο, προς το μέρος μου. Κρύφτηκα πίσω από τα ανάχωμα και το αυτοκίνητο πέρασε.».

Τότε, για το ίδιο θέμα, είχε πει: «Ευρισκόμουν εις απόστασιν 200 μέτρων από το εσταθμευμένον αυτοκίνητον των αγνώστων. Εν συνεχεία κατηυθύνθην στα χωράφια περπατώντας και ο Γιωρκάτζης επλησίαζε το εσταθμευμένον αυτοκίνητον, τον επρόσεξα να σταματά. Μετά από ολίγα δευτερόλεπτα ήκουσα τέσσερις έως πέντε πυροβολισμούς, ότε αντελήφθηκα ότι κάτι συμβαίνει. Δεν έχασα καιρόν και με το υπηρεσιακόν μου περίστροφον έριξα δύο πυροβολισμούς προς την κατεύθυνσιν του αυτοκινήτου δι’ εκφοβισμόν. Μετά τους πυροβολισμούς, ήκουσα νέους πυροβορισμούς, αυτήν την φοράν ριπάς αυτομάτου όπλου διαφορετικούς από τους πρώτους. Τότε αντελήφθην ότι κάτι πολύ πιο σοβαρό συνέβαινε. Επροχώρησα 30 μέτρα από τον πλαγιόδρομον και εκαλύφθηκα πίσω από τα αναχώματα. Ευθύς αμέσως είδα το αυτοκίνητον των αγνώστων με αναμμένα πάλιν τα μικρά φώτα, να κατευθύνεται με ιλιγγιώδη ταχύτητα προς τον κύριον δρόμον. Δεν αντελήφθην πόσα πρόσωπα ευρίσκοντο εντός αυτού. Το μόνον που αντελήφθην, ήτο ότι τούτο ήτο ένα μικρόν σαλούν αυτοκίνητο, το οποίον και έστριψεν με κατεύθυνσιν την Κυθρέαν.»

ΕΙΔΕ, όπως αναφέρει ο Πατατάκος, το αυτοκίνητο των αγνώστων», που σημαίνει ότι σ’ αυτό επέβαιναν πέραν του ενός προσώπου. Επίσης ότι έριξε δυο πιστολιές εναντίον του αυτοκινήτου, με τη δικαιολογία τη μια φορά «για εκφοβισμό των αγνώστων» και την άλλη «με τη σκέψη ότι, αν δεν εσκοτώθηκε ο Γιωρκάτζης, ίσως να έφευγαν και να τον άφηναν». Για τον γράφοντα, είναι πολύ δύσκολο να πιστέψει ότι οποιοσδήποτε, μετά από πυρά από αγνώστους σε ερημική τοποθεσία εναντίον επιστήθιου έστω φίλου του, θα τολμήσει να κάνει εμφανή την παρουσία του ρίχνοντας πυροβολισμούς χωρίς προορισμό, με το λιγότερο που θα πετύχαινε ήταν να εντοπιστεί από τους αγνώστους και να κινδυνέψει και ο ίδιος.

Τώρα λέει: «Έτρεξα στο αυτοκίνητο που ήταν ο Γιωρκάτζης και τον βρήκα πεσμένο πάνω από το τιμόνι και τα πόδια του να πατούν τα πεντάλια της βενζίνης και του κλατς. Εβουζούνιζε το αυτοκίνητο, που είχε βγει από το δρόμο προς τα χωράφια και ακινητοποιήθηκε. Τράβηξα πίσω το πόδι του Γιωρκάτζη από την βενζίνη και έσβησα τη μηχανή. Ύστερα, προσπάθησα να τον βγάλω έξω από το αυτοκίνητο, αλλά δεν τα κατάφερα. Κατάλαβα ότι ήταν νεκρός.»
Τότε είχε πει: «Αμέσως έτρεξα προς το μέρος όπου ευρίσκετο ο Γιωρκάτζης και είδα ότι το αυτοκίνητόν του, αν και σταματημένο, εργάζετο με μεγάλην ταχύτητα. Είδα τον ίδιον εντός του αυτοκινήτου και επρόσεξα το πόδι του να πιέζει πολύ το πεντάλ της βενζίνης. Του το ετράβηξα και μετά έσβησα το αυτοκίνητο Εφώναξα εις τον Γιωρκάτζην, ούτος δεν απήντησε και αντελήφθην ότι ήτο νεκρός».
ΤΟ συμπέρασμα από τα πιο πάνω, είναι ότι σ’ αυτά υπάρχουν ουσιώδεις διαφορές, με επίκεντρο τα λεγόμενα Πατατάκου ειδικά για τα πριν και τα μετά τους πυροβολισμούς. Ο αναγνώστης έχει την ευχέρεια να συγκρίνει και να κρίνει. Ο γράφων προσπάθησε να είναι αναλυτικός και, άρα, πιο κατανοητός. Δεν είχε ή έχει οποιουσδήποτε λόγους να στηρίξει τη μια ή την άλλη θέση. Προσπαθεί να βοηθήσει την Ιστορία, η οποία στέκει πάνω στην αλήθεια και μόνο. Σε γεγονότα.
ΑΥΡΙΟ: Η συνέχεια της συνέντευξης Κ. Πατατάκου και τα λεχθέντα τότε από αυτόν στο δικαστήριο μετά από ερωτήσεις.- Τι είπε στη μαρτυρία του ο Βάσος Τόφας.- Αστυνομία: «Ο Παπαποστόλου, από 6.30 μ.μ. και τουλάχιστον μέχρι και τις 10.00 μ.μ., ευρίσκετο εις κάποιο μέρος της Λευκωσίας».- Το πόρισμα του θανατικού ανακριτή για το θάνατο του Γιωρκάτζη.

ΝΙΚΟΣ ΠΑΠΑΝΑΣΤΑΣΙΟΥ
01/05/2015

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Oσα δημοσιεύματα δεν έχουν την υπογραφή μας αντιπροσωπεύουν την προσωπική γνώμη των συγγραφέων τους και όχι την δική μας.Κάθε γνώμη είναι σεβαστή, αρκεί να αποφεύγονται ύβρεις, ειρωνείες και προσβλητικοί χαρακτηρισμοί, πολύ περισσότερο σε προσωπικό επίπεδο, εναντίον των συνομιλητών ή και των συγγραφέων, με υποτιμητικές προσφωνήσεις, ύβρεις,, ή απειλές.

ΜΕ ΖΩΝΤΑΝΗ ΤΗ ΜΝΗΜΗ

Η γνώση του ιστορικού παρελθόντος είναι απαραίτητη για την εθνική αυτογνωσία ενός λαού. Το blog μας με τρόπο απλό χωρίς να διαστρεβλώνει την ιστορική αλήθεια, φωτίζει με αναδρομές στα γεγονότα σελίδες ιστορίας του μαρτυρικού Λαού της Κύπρου και των Ελλαδιτών και Κυπρίων νεκρών και αγνοουμένων Ηρώων.