40 χρόνια μετά δεν ξεχνούμε
του Χρήστου Ζερίτη
Φύγανε οι επτά φίλοι από την Καλαμάτα και φτάσανε στηN Κύπρο. Ο Άντρος, ο ταξιτζής, τους περίμενε στη Λάρνακα και από κει στο ξενοδοχείο. Το απόγευμα στον πύργο Σιακόλα. Παρατηρητήριο με πολύ καλή ορατότητα. Στο βάθος το Κιόνελι και από πάνω, στην πλαγιά του Πενταδάχτυλου, η τεράστια τούρκικη σημαία. Εκατό μέτρα από τον πύργο η κατεχόμενη Λευκωσία, το οδόφραγμα της Λήδρας, το τζαμί, ο Άγιος Δομέτιος. Από την άλλη μεριά στο βάθος, η παλιά ΕΛΔΥΚ, το αεροδρόμιο.
Αργότερα, στην ελεύθερη πολύβουη οδό Λήδρας, εκατοντάδες άνθρωποι σεργιανούσαν και κάθονταν στις καφετέριες και στα παγωτατζίδικα. Στο οδόφραγμα, το φυλάκιο, το γλυπτό με τα ακόντια μπηγμένα στα κορμιά των Κυπρίων και γύρω γραμμένη η διακήρυξη των δικαιωμάτων του ανθρώπου, ο Μακεδόνας επιχειρηματίας με τα γλυκά «γιαγιά Βικτωρία», που πήρε άδεια από τον ΟΗΕ, νοίκιασε και επιδιορθώνει τρία εγκαταλελειμμένα κτίρια στην ουδέτερη ζώνη, για να τα κάνει μεζεδοπωλεία, τα συρματοπλέγματα με τις σκοπιές από νεαρούς φαντάρους που φυλάνε στην ουδέτερη-νεκρή ζώνη, τα τσουβάλια σε παράθυρα σπιτιών παρατημένα από το 1974.
Και το βράδυ ο Ζαννέτος, η γνωστή ταβέρνα της Λευκωσίας, εκεί που για να φας αυτά που περιλαμβάνει το υποχρεωτικό μενού πρέπει να είσαι ο γαργαντούας.
Την Παρασκευή πρωί τούς περίμενε ο Πάμπος με το λεωφορειάκι του να τους πάει στα κατεχόμενα. Στην πύλη εισόδου της τουρκοκρατούμενης Κύπρο οι τελωνειακοί και ο αστυνομικός επέμεναν να τους συνοδέψει Τουρκοκύπριος. Αντέδρασε σθεναρά ο Πάμπος. Έπειτα από μια ώρα διατυπώσεων (κατά τη διάρκεια του ελέγχου πρέπει να πέρναγαν προς τα κατεχόμενα δεκάδες αυτοκίνητα ΙΧ με ελληνοκυπριακούς και τουρκοκυπριακούς αριθμούς) δέχτηκαν και δεν τους έβαλαν συνοδό.
Αργότερα στην καταματωμένη περιοχή, σημαίες τουρκικές και τουρκοκυπριακές παντού, σπίτια όμορφα παλαιά, σαν τσαντίρια γινωμένα, δρόμοι μισοπαρατημένοι, πολύ λίγες καλλιέργειες, πευκώνες καμένοι και αναδασωμένοι, στη Μόρφου γυναίκες με μαντήλες και άνδρες κακοντυμένοι και τα καφενεία γεμάτα, σπίτια με αυλές γεμάτες χόρτα, παντού στρατόπεδα και καμιόνια στρατιωτικά. Και το φράγμα. Ένα μεγάλο, υπό κατασκευή φράγμα νερού, σε μια μεγάλη κοιλότητα. «Θα φέρουν νερό από την Τουρκία και θα πάρει και η ελεύθερη Κύπρος με αντάλλαγμα ηλεκτρικό ρεύμα», μας είπε ο Πάμπος.
Μόλις έφτασαν στην παραλία είδαν τις μεγάλες σωλήνες στη θάλασσα και έργα στην παραλία. Ύστερα από λίγο άρχισε να ξεδιπλώνεται μπροστά η εύφορη λωρίδα της βόρειας Κύπρου. Από πάνω ο Πενταδάκτυλος αγέρωχος, ο Καραβάς, η Λάπηθος, το Πέντε Μίλι και στο βάθος η Κυρήνεια. Ο Νίκος και ο Μιχάλης προσπαθούσαν να θυμηθούν τα σημεία που πολέμησαν στη Λάπηθο. Στάση στη θέση Πέντε Μίλι. Εκατοντάδες τουρίστες, κυρίως νέα παιδιά, κολυμπούσαν στη ρηχή θάλασσα, μπροστά από το νησάκι που σε φωτογραφίες της εποχής αποβιβάζονταν εισβάλλοντας στην Κύπρο Τούρκοι στρατιώτες. Μπαρ και μουσικές στη διαπασών. «Οι περισσότερες είναι Τουρκάλες που έρχονται εδώ για μπάνια, γιατί στα παράλια απέναντι υπάρχει έλεγχος και μαντήλες» είπε ο Πάμπος.
Στο μνημείο του στρατηγού Καραογλάνογλου υπάρχουν τρία ελαφριά τανκς σε ένα δασάκι, λάφυρα από τις μάχες, νεκροταφείο πεσόντων Τούρκων, και πινακίδα που στα τούρκικα γράφει για τους «τρομοκράτες Μακάριο και Γρίβα».
Στο λιμανάκι της Κυρήνειας, που το κάστρο ξεχωρίζει, υπήρχε κοσμοπλημμύρα. Λεωφορεία τοπικών συγκοινωνιών, αλλά και τουριστικά γέμιζαν το χώρο της πλατείας. Το γραφικό λιμανάκι λίγο κόσμο είχε. «Εγώ δε θα πιώ καφέ» είπε ο Πάμπος, «ούτε ένα σεντ στους Τούρκους εποίκους». Επτά καφέδες της κακιάς ώρας, σε τιμές τούρκικης λίρας, κόστισαν 18 ευρώ. Δεν μπήκαν στο κάστρο όλοι, οι δύο διότι ήξεραν πως εκεί, την ώρα της απόβασης, ο τότε Καλαματιανός διοικητής δήλωσε «ασθένειαν καρδίας» και παράτησε τους υφισταμένους του σύξυλους. Ευτυχώς που ο αρχικελευστής Γαλιάτσος αντιστάθηκε και τους έβγαλε όλους, καμιά 75 άτομα ναύτες και πολίτες, σώους.
Η επιστροφή ήταν βασανιστική. Δεν υπήρχε διάθεση για κουβέντες, μόνο για περίσκεψη.
Σάββατο 19 Ιουλίου 2014. Εικόνα πρώτη. «Λοχαγός ΜΧ Σταυριανάκος Σωτήριος εκ Σκουταρίου Λακωνίας. Έπεσε ηρωικά μαχόμενος τη 16η Αυγούστου 1974 κατά τη μάχη του στρατοπέδου της ΕΛΔΥΚ». Αυτό γράφεται στην προτομή του ήρωα, στη γενναιότητά του αφιερωμένη η ονομασία του στρατοπέδου ΕΛΔΥΚ στη Μαλούντα.
«[…] Δε μου λες, κύριε λοχαγέ, εμείς εδώ οι λίγοι, τι κάνουμε; Τι παριστάνουμε; Τους 300 του Λεωνίδα; Γιατί όσο και να αντέξουμε, όσο και να κρατήσουμε, σε κάποια στιγμή θα πέσουμε». Και αυτός του απάντησε: «Άκουσε να σου πω, λοχία. Είμαστε Έλληνες στρατιώτες, εδώ είναι Ελλάδα και είμαστε υποχρεωμένοι να πέσουμε μέχρι ενός. Τα άρματα θα περάσουν από πάνω μας».
Αυτός ήταν ο Λοχαγός Σταυριανάκος. Λίγο αργότερα, σηκώθηκε από τη θέση μάχης που κατείχε για να εξουδετερώσει πολυβολητή επερχόμενου τουρκικού άρματος. Εκείνη τη στιγμή τον βρήκε το φονικό βλήμα.
Μνημείο νεκρών και αγνοουμένων αξιωματικών, υπαξιωματικών και στρατιωτών της ΕΛΔΥΚ από τις σειρές 103, 105 και 107. Συγγενείς και επισκέπτες αποθέτουν λουλούδια και το, για 40ή χρονιά, δάκρυ τους. «Α, ρε πατρίδα, χαλάλι σου» είπε ένας γεροντάκος χαϊδεύοντας τρυφερά ένα όνομα στη μαρμαρένια πλάκα.
Κάτω από τις τέντες ζέστη αφόρητη και οι ανεμιστήρες να δουλεύουν στο φουλ. Φαντάροι ευγενέστατοι πρόσφεραν μπουκάλια με νερό. Οι Σύλλογοι Πολεμιστών εκεί με τους εκπροσώπους τους και τις σημαίες τους. Και οι δύο πρόεδροι των Συλλόγων Καλαματιανοί. Ο Παναγιώτης Αφάλης με τους Κομμάντος ΄74, τιμούν τους ήρωες. Ο Δημήτρης Σπανογιάννης με τον Πανελλήνιο Σύνδεσμο Πολεμιστών ΕΛ.ΔΥ.Κ.΄74, που είχε 46 νεκρούς και 59 αγνοούμενους.
Συναντήσεις πολεμιστών, φιλιά και αγκαλιές, κουβέντες αδελφικές. Σχέσεις που σφυρηλατήθηκαν στον πόλεμο και στη μάχη. Χειροκροτήματα όλοι. «Ήρθε ο Σταυρουλόπουλος, ο Πατέρας». Ο ήρωας διοικητής του στρατοπέδου της ΕΛΔΥΚ στις μάχες 14, 15, 16 Αυγούστου 1974, του οποίου η παλικαροσύνη και η ψυχραιμία έσωσαν πολλούς στρατιώτες που είχαν εγκλωβιστεί στα χαρακώματα. Έχει γράψει «16 του μηνός. Ημέρα φρίκης. 5 και μισή η πρώτη βόμβα NAPALM και μετά συνεχής βομβαρδισμός από πυροβολικό και αεροπορία.
Στις 10 και μισή δεχτήκαμε συνδυασμένη επίθεση πεζικού και αρμάτων… και και και… ο επιλοχίας Κέντρας, με μια ομάδα 12 αντρών, έμεινε πίσω και θυσιάστηκε για να σωθούν όλοι οι υπόλοιποι, καλύπτοντας την υποχώρησή τους. Μετά την αποχώρησή μας από το στρατόπεδο συγκεντρωθήκαμε σε μία φάρμα. Εκεί κάναμε καταγραφή των απωλειών. Από τους 350 άντρες, έχασα σε 3 μέρες 80 οπλίτες και 2 λοχαγούς. Στο νεκροταφείο ετάφησαν 70 στρατιώτες, εκ των οποίων οι 40 δεν μπορούσαν να αναγνωριστούν, καθώς οι Τούρκοι τούς είχαν αφαιρέσει ρούχα και διακριτικά…».
Ο Πρόεδρος της Κύπρου Αναστασιάδης, ο Διοικητής της Εθνικής Φρουράς, αντ/γος Νάσης και ο, Καλαματιανός στην καταγωγή, Διοικητής της ΕΛΔΥΚ, συντ/ρχης Κουρής, έδωσαν τιμητικά μετάλλια στους παρευρεθέντες πολεμιστές της ΕΛΔΥΚ του ΄74. Ανάγνωση των ονομάτων νεκρών και αγνοουμένων. Ενός λεπτού σιγή για να τους θυμηθούμε. Εθνικός Ύμνος τραγουδισμένος από μια διμοιρία σημερινών ΕΛΔΥΚάριων. Μικρή δεξίωση, επίσκεψη στο μουσείο της ΕΛΔΥΚ, περιήγηση στο χώρο του στρατοπέδου, αναχώρηση. Με το λεωφορείο που ήρθαν οι βετεράνοι πολεμιστές πήγανε όλοι στο μέγαρο της Αρχιεπισκοπής, στην έκθεση με θέμα την Εθνική Φρουρά. Στολές, όπλα, φωτογραφίες.
Η ιστορική φωτογραφία της 17ης.8.1974 του Αβδελόπουλου, με τους Εθνοφρουρούς στα υψώματα Κολοκασίδη που αντικρίζουν ένα από τα τούρκικα τανκς που χτύπησε ο Μπικάκης στις 16.8.1974 και έσωσε τη Λευκωσία, γίνεται αντικείμενο διαφωνίας μεταξύ των επισκεπτών, δηλαδή αν οι άνδρες που εικονίζονται είναι ΕΛΔΥΚάριοι ή Καταδρομείς της Α΄ Μοίρας ή Κύπριοι Εθνοφρουροί.
Απέξω στον περίβολο τα αυτοκίνητα των μετακινήσεων του Μακαρίου και τα σημάδια της απόπειρας κατά του, από τους άφρονες πραξικοπηματίες, διακρίνονται ακόμα στους τοίχους του κτηρίου.
Απόγευμα της ίδια μέρας. «Υψώματα Κολοκασίδη». Εδώ σταμάτησαν οι λοκατζήδες τα επερχόμενα τανκς. Ο Μπικάκης, ο Πεχινάκης και ο Βαλέρας σκόρπισαν το θάνατο, χτυπώντας με ΠΑΟ τα 5 από τα 6 τανκς που ετοιμάζονταν να καταλάβουν όλη τη Λευκωσία. Πώς να αντικρίσεις το στρατόπεδο της ΕΛΔΥΚ και το αεροδρόμιο; Παντού μπάρες και συρματοπλέγματα. «Ζώνη νεκρή» τη λένε.
Και το παχουλό φανταράκι στη σκοπιά, δίπλα από το αρμένικο νεκροταφείο, να παίρνει τηλέφωνο στο λοχαγό του: «- Ελλαδίτες θέλουν να περάσουν στη νεκρή ζώνη να αντικρίσουν το στρατόπεδο». «-Όχι». Δεν πρόλαβε να το πει και νάσου ένα αυτοκίνητο UN («Ενωμένα έθνη; εμείς τα λέμε γαμημένα έθνη», είχε ο Πάμπος, για κάτι που είναι γνωστό, πως η διοίκηση των ΟΗΕδων έπαιξε ρόλο φιλοτουρκικό το ΄74). Κάθισε λίγο στο αυτοκίνητό του, μας κοίταζε ερευνητικά και μετά έφυγε.
Στα Φυλακισμένα Μνήματα μετά. Ο κ. Βρυωνίδης, γαμπρός της αδελφής του Παλληκαρίδη, ακόμα εκεί. Περιγράφει τις φυλακές, τα κελιά των φυλακισμένων, τα κελιά των ετοιμοθάνατων, την αγχόνη, τον τρόπο εκτέλεσης, το νεκροταφείο, μικρό βιογραφικό στους ήρωες της ΕΟΚΑ, στο μικρό βιβλιοπωλείο πολλές εκδόσεις, μικρά και μεγάλα βιβλία, λιθογραφίες ηρώων.
Όλη η ιστορία του Απελευθερωτικού Αγώνα 1955-1959, κατά των Άγγλων, μέσα σε τέσσερις τοίχους.
Το βράδυ στην Πύλη της Αμμοχώστου. Ένα συγκρότημα από φρούριο ενετικό που οι στοές οδηγούσαν, τον πολύ παλιό καιρό, στην Αμμόχωστο. Υποβλητικός φωτισμός εξωτερικός και εσωτερικός, μέσα μια πολυδιαφημισμένη έκθεση με τίτλο «Θυμήσου. η εισβολή εξακολουθεί να υφίσταται», στην οποία συμμετείχαν 100 και πλέον καλλιτέχνες και περιελάμβανε 40 εικαστικά έργα, 40 ποιήματα και 40 σκίτσα σε σχέση με τα 40 χρόνια από την εισβολή και την συνεχιζόμενη κατοχή. Ευγενέστατοι οι ξεναγοί, καταπληκτική αρχιτεκτονική των στοών και των κοίλων διαμερισμάτων.
Μετά, εκεί κοντά, στο «Αιγαίον» για δείπνο, με υπόδειξη της Κύπριας ξεναγού. Είσοδος της ταβέρνας εντυπωσιακή. Μικρό βιβλιοπωλείο. Μια ελληνική σημαία στο κατώφλι, βιβλία στα ράφια, ιδιαίτερης αισθητικής αφίσες, σατιρικές στο πρόσωπο του Χριστόφια οι περισσότερες, φωτογραφίες ηρώων της ΕΟΚΑ, και παραμέσα ένας κήπος με τραπέζια και γύρω-γύρω χαγιάτι ξύλινο και δωμάτια με παλιές πόρτες.
Σαν εκείνες τις αυλές με τα δωμάτια, ισόγεια και ανώγεια που βλέπουμε σε προπολεμικές και μεταπολεμικές ελληνικές ταινίες. Έφαγαν, πλήρωσαν και έκαναν να φύγουν. Με το που βγήκαν στο δρόμο, τους φώναξε ένας κύριος που ήταν μέσα στην ταβέρνα, κάτι μεταξύ θαμώνα και ιδιοκτήτη. Μίλησε με τον Τριαντάφυλλο. Τον ρώτησε από πού είναι και όταν έμαθε πως ήταν Ελλαδίτες και πως είχαν πάει για τις Εκδηλώσεις Μνήμης, τους έδωσε καμιά 20αριά βιβλία. Τον ευχαρίστησαν και έφυγαν. Περπάτησαν στο όριο της ουδέτερης ζώνης της χωρισμένης Λευκωσίας.
Το βράδυ είδανε πως τα βιβλία που τους χάρισαν ήταν αφιερωμένα στη δράση των ηρώων Παύλου Κουρούπη και Μανώλη Μπικάκη. Ο ιδιοκτήτης που τους τα χάρισε ήταν ο Βάσος Φτωχόπουλος, ιδιοκτήτης της ταβέρνας και των εκδόσεων «Γιαλούσα» και Κύπριος με ψυχή, πασίγνωστος από το περιστατικό της άρνησής του να δεχτεί στην ταβέρνα του τον Ιούνιο 2012 τους 27 υπουργούς Άμυνας της Ε.Ε., επειδή του ζητήθηκε να αφαιρέσει από τον πρόσοψη της ταβέρνας του την ελληνική σημαία και από τον προθάλαμο τα πορτρέτα των ηρώων του Απελευθερωτικού Αγώνα της ΕΟΚΑ.
Στην εφημερίδα «Φιλελεύθερος» της 20ής Ιουλίου υπήρχαν αναγγελίες των κηδειών δύο ανδρών πολιτών, που ήταν αγνοούμενοι, βρέθηκαν τα οστά τους-40 χρόνια μετά-και με τη μέθοδο DNA πιστοποιήθηκαν οι ταυτότητές τους. Στις τελετές και στο μνημόσυνο στον Τύμβο της Μακεδονίτισσας, το κείμενο του Φτωχόπουλου δεν έλεγε να ξεκολλήσει από το μυαλό τους.
Εκατοντάδες τάφοι σε όλη την έκταση, μνημείο εσαεί της θυσίας κάποιων, που προδομένοι από την ελλαδική χούντα έμειναν εκεί κάνοντας το καθήκον τους.
Όλοι αυτοί που πολέμησαν και έπεσαν θα έλεγαν στον Φτωχόπουλο «μπράβο». Μπράβο, γιατί αυτοί που άφησαν τα κόκαλά τους στην κυπριακή γη, είχαν καταλάβει πως η «πολιτισμένη» και «υπέρμαχος των ανθρωπίνων δικαιωμάτων» Ευρώπη δεν προσπάθησε να αποσοβήσει τους Αττίλες, ούτε και τα ύστερα χρόνια να επιβάλει το δίκαιο. Μπράβο, γιατί δεν ξεχνάει τις θυσίες του λαού μας για λευτεριά, αξιοπρέπεια, δημοκρατία. Μπράβο, γιατί δεν υπέταξε τα πιστεύω του, στις απαιτήσεις των Φράγκων και αν άνοιγε παρτίδες μαζί τους, θα κέρδιζε πανευρωπαϊκή διαφήμιση για την επιχείρησή του. Μπράβο, γιατί συνεχίζει να εκδίδει βιβλία που αναδεικνύουν τις ηρωικές σελίδες του Κυπριακού Λαού.
Εκατοντάδες παιδάκια έραναν τους τάφους με ροδοπέταλα, οι επίσημοι ίδρωναν και ξεΐδρωναν μέσα στα σφιχτά κολάρα τους, στεφάνια πολλά κατετέθησαν, κάποιοι σύλλογοι πολεμιστών φωτογραφιζόντουσαν με τις σημαίες τους πάνω από τις μαρμάρινες πλάκες των νεκρών συμπολεμιστών τους, φωτογραφίες αναμνηστικές όλοι τραβούσαν, μικρή δεξίωση στα σκιερά έγινε, κάτι χοντρές προσκοπίνες μασουλούσαν φεύγοντας κάποια κρουασάν, οι μελανοχίτωνες στρατιώτες της Εθνικής Φρουράς περίμεναν να αποχωρήσουν όλοι και να πάνε και αυτοί στις μονάδες τους.
Όλοι αυτοί ξεχνάγανε πως «πατούσαν» πάνω στο πεσμένο Ελληνικό Noratlas της επιχείρησης Νίκη και τους 28 νεκρούς λοκατζήδες και πλήρωμα (ακόμα τα κόκαλά τους δεν τα έχουν βγάλει), που το σκέπασαν με χώμα και «το έθαψαν» για να μη μάθουν οι υπουργοί αμύνης των δυτικών κρατών (αυτών που ζητήσανε από τον κ. Φτωχόπουλο την υποστολή της σημαίας), πως η Ελλάδα έστειλε βοήθεια στη μαχόμενη Κύπρο.
Τι αξία θα είχε να γραφτεί το υπόλοιπο ενός 24ώρου πρόγραμμα. Γύρισαν στην Ελλάδα με την ψυχή τους μαύρη. Ήταν εκεί ο Νίκος και ο Μιχάλης που πολέμησαν το 1974 σαν στρατιώτες της ΕΛΔΥΚ, ο Τάκης γιος του Νίκου, ο Τριαντάφυλλος, οι δύο Γιώργηδες και ο Χρήστος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Oσα δημοσιεύματα δεν έχουν την υπογραφή μας αντιπροσωπεύουν την προσωπική γνώμη των συγγραφέων τους και όχι την δική μας.Κάθε γνώμη είναι σεβαστή, αρκεί να αποφεύγονται ύβρεις, ειρωνείες και προσβλητικοί χαρακτηρισμοί, πολύ περισσότερο σε προσωπικό επίπεδο, εναντίον των συνομιλητών ή και των συγγραφέων, με υποτιμητικές προσφωνήσεις, ύβρεις,, ή απειλές.