Κυριακή 15 Οκτωβρίου 2017

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΗΡΩΑ ΚΑΤΑΔΡΟΜΕΑ ΣΥΜΕΩΝ ΓΛΥΚΑΙΝΟΥ




Ο Συμεών βρέθηκε μπροστά σε ένα από τα πιο φρικτά εγκλήματα


Λίγες μέρες πριν φύγει από τη ζωή, περιέγραψε στον πατέρα του τις άσχημες εκείνες εικόνες…

Όλοι όσοι τον γνώριζαν…

Μιλούν για εκείνον με τα καλύτερα λόγια. Ήταν καλοσυνάτος και πράος χαρακτήρας. Είχε μια μοναδική λάμψη στο πρόσωπο που κέντριζε την προσοχή σου και σε τραβούσε κοντά του σαν μαγνήτης. Ίσως επειδή η ομορφιά της ψυχής του ήταν τόσο έντονη που δεν μπορούσε παρά να εξωτερικευθεί. Είχε μάτια που χαμογελούσαν και ήταν πάντα καθαρά, κρυστάλλινα. Σε κέρδιζαν με το πρώτο βλέμμα.
Γιε μου, αυτά έχει ο καταραμένος ο πόλεμος. Μακάρι να μην τα ζούσαμε ποτέ
Αγαπούσε όλο τον κόσμο και η αγάπη του ήταν ειλικρινής και ανιδιοτελής. Δεν είχε εχθρούς και αυτοί που τον ζήλευαν δεν είχαν να του προσάψουν κάτι κακό.

 Ο Συμεών Γλυκαίνου ήταν ανάμεσα σε εκείνους που δεν λύγισαν στις δυσκολίες του πολέμου και με την τόλμη του λοκατζή, πολέμησε το 1974 για την πατρίδα του. Βρέθηκε μπροστά σε ένα από τα πιο φρικτά εγκλήματα. Λίγες μέρες πριν φύγει από τη ζωή, περιέγραψε στον πατέρα του τις τρομακτικές εκείνες εικόνες…




Η Μαρία Γλυκαίνου, αδελφή του ήρωα, αναφέρει στο ant1iwo:


«Ο αδελφός μου γεννήθηκε στις 22/9/1951 στο Παραλίμνι. Ήταν ένας υπέροχος άνθρωπος. Πάντα χαμογελούσε και είχε πολλούς φίλους, από το Παραλίμνι μέχρι και την Πάφο. Ήταν τίμιος και εργατικός. Δούλευε στην Αμμόχωστο και το 1970, λίγο πριν κλείσει τα 18, πήγε φαντάρος. Απολύθηκε το 1972 και πήγε ξανά το 1974. Πολέμησε για την πατρίδα του σαν γνήσιο παλικάρι. Πριν φύγει από τη ζωή, περιέγραψε στον πατέρα μου τι είδε και του διέλυσε τη ψυχή… 

 Δεν θα ξεχάσω ποτέ εκείνο το βράδυ που έφυγε από το σπίτι μας…

Μας αποχαιρέτησε όλους αλλά ήταν σαν να μας έλεγε: «Πάω να πολεμήσω για την πατρίδα μου αλλά δεν θα γυρίσω ξανά πίσω». Ένιωθα ότι δεν μπορούσα να τον αποχωριστώ αλλά δεν γινόταν αλλιώς…

Στις 6 Αυγούστου 1974, ο πατέρας μου χωρίς να μας πει τίποτα, πήγε να τον επισκεφθεί στο στρατόπεδο «ΗΛΙΑ ΠΑΠΑΚΥΡΙΑΚΟΥ» στην Αθαλάσσα. Τον αγκάλιασε γεμάτος συγκίνηση μα όταν είδε ότι ήταν τραυματισμένος, σοκαρίστηκε. Του είπε πως έπρεπε να επιστρέψει στο σπίτι μα εκείνος του απάντησε: «Παπά, όσο η πατρίδα με χρειάζεται εγώ θα πράττω το καθήκον μου».

Ο αδελφός μου ήταν γενναίος μα του έτρωγε τη ψυχή αυτό που με τόση θλίψη περιέγραψε στον πατέρα μας: «Παπά είδα έναν Τούρκο να προσπαθεί να βιάσει μια κοπέλα και επειδή η κοπέλα πάλευε να ξεφύγει και φώναζε, εκείνος της έκοψε το κεφάλι. Έβλεπα το σώμα της να σπαρταράει και το αίμα της, αν και νεκρή, εξακολουθούσε να είναι ζωντανό και να ρέει. Το κεφάλι της ήταν πιο μακριά. Δεν άντεχα το θέαμα…

Είχε μαρτυρικό θάνατο και δεν πρόλαβα να τη σώσω παπά…».

Ο πατέρας μου με δάκρυα στα μάτια του είπε: «Γιε μου, αυτά έχει ο καταραμένος ο πόλεμος. Μακάρι να μην τα ζούσαμε ποτέ».

Αυτά τους τα λόγια, ο πατέρας μου μας τα έλεγε ξανά και ξανά…




Λίγες μέρες αργότερα…

Ο αδελφός μου θα ερχόταν με άδεια για να μας δει. Μάλιστα η μάνα μας, του είχε ετοιμάσει μέσα σε μια βαλίτσα καθαρά ρούχα. Δυστυχώς όμως, καθώς ερχόταν με το αυτοκίνητο, είχε τροχαίο ατύχημα και αντί στο σπίτι πήγε στο νοσοκομείο. Ήταν όμως καλά και πήγε πίσω στο στρατό. Στις 12 Αυγούστου ήταν στον Άγιο Ιλαρίωνα και πολεμούσε.  Στις 14 Αυγούστου ήταν στην περιοχή Παχύαμμου Κερύνειας και το βράδυ της ίδιας μέρας, διανυκτέρευσαν στον Άγιο Αμβρόσιο. Το επόμενο πρωί (15/8/1974) κινήθηκαν προς την Χαλεύκα. Από τότε δεν τον είδε κανείς…
Ήταν πάντα μαζί με τον κολλητό του φίλο Λάμπρο Βαρδάκη, που δυστυχώς ούτε εκείνον είχαν δει. Ρωτούσαμε παντού μα κανείς δεν είδε το αδελφό μου. Κινήσαμε γη και ουρανό αλλά δυστυχώς…
«Ο Λοχίας Καταδρομών Συμεών Γλυκαίνου , της 33 Μ.Κ. (32Μ.Κ.), Α.Σ.Μ. 6067/69 αγνοείτο από τις 15 Αυγούστου 1974…». Έγραφε η επιστολή…

 Η μητέρα μου, από τις 15 Αυγούστου του 1974 δεν βγήκε ξανά από το σπίτι μας. Είχε πάντα δίπλα της τη βαλίτσα με τα καθαρά ρούχα που του είχε ετοιμάσει και τον περίμενε. Τα έβγαζε κάθε λίγες μέρες, τα έπλενε, τα σιδέρωνε και τα έβαζε ξανά πίσω. Ζούσε με την ελπίδα ότι θα τον αντίκριζε και πάλι ζωντανό και θα ξαναπερνούσε το κατώφλι του σπιτιού μας. Θα τον καλωσόριζε με χαρές και τραγούδια.

Η μάνα μου τον περίμενε 30 ολόκληρα χρόνια, δεν άντεξε άλλο… Έφυγε από τη ζωή και έναν χρόνο μετά, πήγε να την συναντήσει και ο πατέρας μου. Λίγο πριν πεθάνει  μας είπε: «πάω να βρω το γιο μου και τη γυναίκα μου».

Πονούσα πολύ αλλά δεν έπαψα στιγμή να τον ψάχνω μέχρι που δέχθηκα ένα τηλεφώνημα…
Μου είπαν: «Τα λείψανα του αδελφού σας ανευρέθηκαν το 2010 σε ομαδικό τάφο στην περιοχή του τουρκοκυπριακού χωριού Τζιάος…».  Τα πήραμε Γενάρη του 2017 και Φεβρουάριο κηδεύτηκε.  Δεν βρέθηκαν τα ρούχα παρά μόνο οι κάλτσες του. Τον πυροβόλησαν στο κεφάλι και δεν είχε άκρα, μάλλον τον είχαν δεμένο. Ήταν στον ίδιο τάφο με τον κολλητό του φίλο Λάμπρο Βαρδάκη.

 Μου λείπει πολύ ο αδελφός μου και πάντα θα μου λείπει!
Ο Θεός να αναπαύσει τη ψυχή του αλλά και τις ψυχές όλων εκείνων των παλικαριών που πολέμησαν το 1974, να κρατήσει τη μνήμη τους Αιώνια. Αθάνατοι!». 

 Πηγή:ant1iwo

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Oσα δημοσιεύματα δεν έχουν την υπογραφή μας αντιπροσωπεύουν την προσωπική γνώμη των συγγραφέων τους και όχι την δική μας.Κάθε γνώμη είναι σεβαστή, αρκεί να αποφεύγονται ύβρεις, ειρωνείες και προσβλητικοί χαρακτηρισμοί, πολύ περισσότερο σε προσωπικό επίπεδο, εναντίον των συνομιλητών ή και των συγγραφέων, με υποτιμητικές προσφωνήσεις, ύβρεις,, ή απειλές.