ΤΟ ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑ

<

Τετάρτη 16 Δεκεμβρίου 2015

ΕΛΔΥΚ 1974 ΜΑΝΔΑΛΗΣ ΑΝΤΩΝΗΣ --- ο τυχερός αγνοούμενος

Συνέντευξη στον Γιάννη Θ. Κεσσόπουλο

Αυτό που έζησαν όσοι έτυχε να υπηρετούν τη θητεία τους το καλοκαίρι του ’74 στην Κύπρο, ήταν μοναδικό. Όσοι έχασαν τη ζωή τους αλλά και όσοι τελικά επέζησαν, είναι οι τελευταίοι ήρωες αυτού του έθνους. Ήρωες κι ας είναι ξεχασμένοι από την πολιτεία, παιδιά που βρέθηκαν ξαφνικά απέναντι σε πραγματικά πυρά πραγματικού εχθρού και κλήθηκαν να πολεμήσουν, να σκοτώσουν ή να σκοτωθούν, για ιδανικά. Για εκείνα τα άυλα ιδανικά, όπως η πατρίδα και η ελευθερία, που έκτοτε στην Ελλάδα έχουν λοιδορηθεί, έχουνε εξευτελιστεί, έχουν αμβλυνθεί με αποτέλεσμα να αντιμετωπίζουμε σήμερα, στα δύσκολα χρόνια της λεγόμενης οικονομικής κρίσης, απώλεια στήριξης στη συλλογική μας συνείδηση, να είμαστε «χαμένοι».

Οι τυχεροί της υπόθεσης, όσοι κατάφεραν να συνεχίσουν τη ζωή τους, έχουν να αφηγηθούν ο καθένας τη δική του ξεχωριστή ιστορία. Ιστορίες γεμάτες σκέψεις, συναισθήματα, περιπέτεια, προσωπικές σχέσεις, απογοητεύσεις, στηρίγματα, ξεκινήματα, νέα ζωή.

Ένας από αυτούς τους «τελευταίους ήρωες» -μακάρι να μείνουν πάντα οι τελευταίοι- ο Αντώνης Μανδάλης, αφηγήθηκε στο thinkfree τη δική του ιστορία. Συνταξιούχος επιπλοποιός πια, στα 63 του χρόνια, είναι ο ταμίας του Συνδέσμου Πολεμιστών ΕΛΔΥΚ Βορείου Ελλάδος. Ήταν μόλις 22 χρονών στην εισβολή του Αττίλα στην Κύπρο: 2ο Τάγμα, 6ος Λόχος της Ελληνικής Δύναμης Κύπρου. Λοχαγός Αρώνης, υπολοχαγός Μεϊντάσης, ανθυπασπιστής Μιχαηλίδης.

Ήταν μέλος της παλιοσειράς 103 που είχε αναχωρήσει με το πλοίο για τη μεγάλη επιστροφή στη Ελλάδα, την επιστροφή της πολυπόθητης απόλυσης μετά από δύο χρόνια θητείας. Η είδηση της εισβολής τους βρήκε στο καράβι που πήρε εντολή να γυρίσει πίσω στην Κύπρο για να πολεμήσει.

Όταν ήρθε το σήμα για να γυρίσει πίσω το πλοίο, τι σκεφτήκατε;

«Τίποτε. Δεν υπήρχε καμιά αντίδραση. Ήμασταν 22 χρονών και δε σκεφτόμασταν. Τα μυαλά μας ήταν πάνω από το κεφάλι. Λέγαμε και τι έγινε; Θα πάμε, θα πολεμήσουμε και θα γυρίσουμε πίσω».

Κι όταν μπήκατε στη μάχη;

«Το “χαμε πάρει σαν καλαμπούρι. Τίποτε άλλο. Όταν μπήκαμε μέσα στη μάχη, τότε λες «η ζωή μου ο θάνατός σου». Με το που ρίχνεις την πρώτη σφαίρα, δεν καταλαβαίνεις τίποτε. Γίνεσαι άλλος άνθρωπος. Κοιτάς να σώσεις το τομάρι σου και το τομάρι των συμπολεμιστών σου. Δεν κοιτάς τίποτε άλλο».

Μου ακούστηκε ψύχραιμος, του το ‘πα και μου θύμισε ότι για πολλούς μήνες αντιμετώπιζαν καθημερινά επεισόδια στο νησί.

ΣΤΟΝ ΑΤΤΙΛΑ 1

-Στις 20 Ιουλίου κατεβήκαμε από το καράβι, γύρω στις 12-1 το μεσημέρι. Ήμασταν περίπου 450 άτομα. Άοπλοι. Ανεβήκαμε στα λεωφορεία και κάναμε τον κύκλο του βουνού Τρώοδος, τη νύχτα, με σβηστά φώτα για να φτάσουμε στη Λευκωσία χωρίς να μας πάρουν μυρωδιά οι Τούρκοι.

-Το πρωί της 21 Ιουλίου, 2-3 χλμ έξω από το στρατόπεδο, μας έπιασε αεροπορία. Πεταχτήκαμε ακόμη κι από τα παράθυρα, τρέξαμε 100-150 μέτρα σε μια συστάδα δέντρων για να κρυφτούμε. Σωθήκαμε. Όταν έφυγε η αεροπορία μπήκαμε στο στρατόπεδο, μπήκαμε στις αποθήκες πήραμε όπλα, όπως ήμασταν με τις στολές εξόδου. Μέχρι να τα καθαρίσουμε και να ετοιμαστούμε, μας έπιασε πάλι αεροπορία. Θυμάμαι είχα ξαπλώσει ανάσκελα, τα λάδια τρέχανε από το όπλο κι έριχνα στα αεροπλάνα. Κι όταν αυτά έφυγαν για ανεφοδιασμό, πήγαμε στους λόχους μας για να βρούμε τους αξιωματικούς μας και τους φίλους μας που είχαμε αφήσει πίσω. Όμως δε βρίσκαμε κανέναν. Όλοι είχανε σκορπίσει, λόγω της επίθεσης στο χωριό Κιόνελι την προηγούμενη ημέρα. Όταν κάποια στιγμή τους συναντήσαμε, ήταν όλοι ταλαιπωρημένοι. Είχαν βάλει και φωτιές στις καλαμιές, και ήταν όλοι μαύροι… Μετά από 2-3 ώρες συγκεντρωθήκαμε πάλι όλοι και αρχίσαμε τις κινήσεις που έπρεπε να κάνουμε για να υπερασπιστούμε την Κύπρο.

-Στις ομάδες ο λοχαγός μας είχε τοποθετήσει έναν παλιό με δύο νεώτερους, γιατί οι νέοι είχαν μπει μέσα την παραμονή της πρώτης επίθεσης και δεν ήξεραν καν τους χώρους του στρατοπέδου, άρα ήταν πολύ εύκολο να χαθούν, να πέσουν σε παγίδες.

Στις 21 Ιουλίου κατά τις 8.00-8.30 το απόγευμα κάνουμε μια αλυσίδα εμείς και μπαίνουμε και στο στρατόπεδο της ΤΟΥΡΔΥΚ, ενώ οι Τούρκοι έρχονταν για επίθεση από το Κιόνελι, ένα χωριό με 380 πολυβολεία, σκαμμένο ολόκληρο, ένα χωριό – οχυρό των Τούρκων απέναντι από την ελληνική πλευρά ης Λευκωσίας. Εμείς ήμασταν σε πλεονεκτική θέση γιατί βρισκόμασταν ψηλά

Και κάνουν επίθεση οι Τούρκοι… Εμείς ακροβολιστήκαμε και πιάσαμε τις θέσεις μας, όλοι μέσα στα ορύγματα μέχρι τη μέση. Έγινε το έλα να δεις εκείνο το βράδυ. Πόσοι Τούρκοι σκοτώθηκαν, ο Θεός κι η ψυχή τους. Το μόνο πράγμα που θυμάμαι είναι ότι την άλλη μέρα που τους μάζεψε ο Διεθνής Ερυθρός Σταυρός, λέγανε ότι ήταν περίπου δυο με τρεις χιλιάδες…

Το μόνο που είδα εγώ ήταν το επόμενο πρωί, όπως μάσανε τους νεκρούς, τρία πτώματα έμειναν εκεί γιατί δεν τα είδαν να τα πάρουν. Θυμάμαι είχαν ατομικά όπλα μιας χρήσης, αντιαρματικά, που εμείς τα πυροβολούσαμε για να τα σκάσουμε και να μπορέσουμε να τους πλησιάσουμε και να τους θάψουμε. Ήταν και καλοκαίρι και δεν έπρεπε να μείνουν για πολύ άταφοι. Εγώ δεν ήμουν μεταξύ αυτών που έθαψαν τους Τούρκους. Απλώς είδα. Ένας ήταν ο Δημήτρης ο Μεστούσης από τη Χίο. Πήγε, έσκαψε, τράβηξε τον έναν από τα πόδια, και τον έθαψε.

Μετά από εκεί, όταν τελείωσε ο Αττίλας 1, ο λόχος ο δικός μου έφυγε απέναντι στη Σχολή Γρηγορίου. Μείναμε 2 βράδια εκεί και φύγαμε κατά τη 1-2 τα ξημερώματα, με σβηστά τα φώτα, για τον Πενταδάκτυλο. Φτάσαμε στις 25 Ιουλίου, μέχρι να κατεβούμε και να ετοιμαστούμε, πέφτει ένας όλμος, μας τρυπάει την υδροφόρα, χάσαμε και το νερό! 

ΣΤΟΝ ΑΤΤΙΛΑ 2

-Στις 14 Αυγούστου, ξεκίνησε ο Αττίλας 2. Αρχίσανε να μας βομβαρδίζουν. Ήταν πρωί, γύρω στις 10. Φτάσαμε το απόγευμα, κι εμείς αρχίσαμε να οπισθοχωρούμε γιατί αυτοί αποβίβασαν τα τανκς. Κοντεμένο, Κοκκινοτριμυθιά και άλλα χωριά, φτάσαμε στις 15/8 στο Μάμαρι, ένα χωριό όπου υπήρχαν όλες οι αποθήκες με τα πυρομαχικά, στα 20 χλμ από τη Λευκωσία, προς τα νότια. Εκεί ήμασταν για 2 μέρες περίπου. Θυμάμαι ότι ο Αρώνης εμένα με κάποιους άλλους μας είχε μπροστά για να μπορούμε να ειδοποιούμε και να λέμε τι γίνεται

-Το πρωί στις 15/8 πιάσαμε τις θέσεις μάχης στο Μάμαρι. Η αεροπορία είχε αρχίσει από τις 7 το πρωί να μας χτυπάει. Εκεί που προχωρούσαμε σκυφτοί, ήμουν εγώ, ο Δημήτρης ο Χαριστός από το Νέο Μαρμαρά Χαλκιδικής, ο Σωτηρίου από τα Πλάγια, ο Καραπαναγιωτίδης Παναγιώτης από την Αξιούπολη Κιλκίς και ο Κούνιας από ένα νησί. Ήμασταν όλοι μαζί και πηγαίναμε σκυφτοί να πιάσουμε τις θέσεις. Εκείνη την ώρα, μας πιάνει η αεροπορία και ακούω κάτι που το θυμάμαι και γελάω!

Λέει ο Χαριστός: «Παναγίτσα μου σώσε με πάει τελείωσα! Αυτό ήτανε! Κι άλλη φορά δε βλέπω Μαρμαρά!»

Ξαπλώσαμε όλοι ανάσκελα, με τα χέρια κολλημένα στο σώμα, στα 100 μέτρα να βλέπω να κάνουν βύθιση τα αεροπλάνα, και είχα τύχη, η Παναγία με βοήθησε, όχι μόνο εμένα αλλά όλα τα παιδιά, μας γαζώναν τα μυδράλια και οι σφαίρες περνούσαν ξυστά δίπλα μας! Αν είχαμε ξαπλώσει λίγο πλάγια, θα με είχαν κόψει στα δύο και στα τρία… Αυτό δε θα το ξεχάσω. Πως γλιτώσαμε…! Όταν άκουσα τη φωνή του συναδέλφου, είπα τώρα τελειώσαμε. Αλλά ευτυχώς είχαμε τύχη, μας βοήθησε η Παναγία. Δεν ξέρω τι να πω. Γυρίσαμε όλοι καλά, αρτιμελείς, κανένας μας δεν τραυματίστηκε. Συνεχίσαμε μέχρι αργά το βράδυ, από τις 7 το πρωί μέχρι τις 7 το βράδυ μας χτυπούσε η αεροπορία.

– Γενικά ήταν πολύ μεγάλο κακό για όλους μας. Και στις 14 και 15/8 δεν ξέραμε που είμαστε και τι κάνουμε. Μόνο στις 21 Ιουλίου όταν μπήκαμε στο στρατόπεδο, μόνο με τα τουφέκια κι ένα τετράκανο που αν θυμάμαι καλά είχαμε πάρει από τους Κυπρίους, κάναμε σταυρωτά πυρά και είχαμε ρίξει 20 αεροπλάνα! Με τα τουφέκια!

ΠΙΣΩ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

-Έμεινα στην Κύπρο μέχρι 27 Νοεμβρίου, επιστρέφοντας αποβιβαστήκαμε στο λιμάνι στις Κεχριές Κορίνθου.

Πως μας υποδέχθηκαν; Ήρθε το Λιμεναρχείο να κάνει έλεγχο τι φέρνουμε από την Κύπρο! Δε θέλω να τα θυμάμαι αυτά. Θέλαμε να κατεβούμε από το καράβι και μας κλείσανε την είσοδο οι λιμενικοί… Είχαμε από ένα μπουκάλι ουίσκι και μια κούτα τσιγάρα. Και ήρθαν να μας κάνουν έλεγχο. Αυτή ήταν η υποδοχή…

Εκτός αυτού όλοι οι συμπολεμιστές φύγανε στα σπίτια τους αλλά εγώ είχα 10 μέρες φυλακή από δω, όταν υπηρετούσα στη Νιγρίτα. Αντί να με αφήσουν να γυρίσω σπίτι μου μετά τον πόλεμο, με κράτησαν άλλες 10 μέρες! Φαίνεται ότι πόλεμος δε μέτρησε, ούτε ότι για υπηρέτησα 4 μήνες επιπλέον λόγω της εισβολής, η φυλακή φυλακή…

ΓΙΑ 15 ΜΕΡΕΣ ΑΓΝΟΟΥΜΕΝΟΣ…

-Η αδερφή μου ζούσε στην Ολλανδία, αλλά είχε έρθει στην Ελλάδα και παρακολουθούσε τα πάντα. Έψαχνε να με βρει αλλά δεν με έβρισκε. Και είχε πάει κι ένα σήμα στο σπίτι ότι είμαι νεκρός! Πως έγινε δεν ξέρω…

Εμένα στις 15 προς 16 Αυγούστου με έπιασε κολικός νεφρού μέσα στο όρυγμα, με πήραν σηκωτό από εκεί, με πήγανε σε κάποιο ιατρείο, μου έκαναν μια ένεση, αλλά μόλις είδα ότι ήμουν σε νοσοκομείο, συνήλθα λιγάκι γύρισα στο λόχο μου και συνέχισα… Ίσως λόγω αυτού του περιστατικού θεώρησαν ότι είμαι νεκρός. Τέλος Αυγούστου με βρήκαν και μιλήσαμε.

Οι γονείς μου και η οικογένειά μου είχαν τρελαθεί. Συγκεκριμένα, όταν γύρισα μετά από σχεδόν 3 χρόνια πολίτης ξανά, εδώ στην Αγίου Δημητρίου με Αγίας Σοφίας, όπου είχα ένα φωτογραφείο, πέρασε μία χωριανή μου με την οποία πριν φύγω φαντάρος κάναμε παρέα. Τη φωνάζω «Καίτη!», γυρίζει, με βλέπει, τρόμαξε! Μου λέει «Ζεις; Έμαθα ότι είσαι νεκρός» μου λέει. «Να που ζω! Μιλάς με έναν νεκρό!» της απαντώ!

Η ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ

– Μόνο που δεν μου έκαναν κηδεία οι δικοί μου… Είχανε τρελαθεί όταν στις 16/8 του ήρθε το σήμα ότι είμαι νεκρός. Περί τις 15 ημέρες ήμουν αγνοούμενος

Όταν απολύθηκα ήρθα στη Θεσσαλονίκη και πήγα στο σπίτι της αδερφής της μάνας μου. Έμενε στην Πολίχνη, στην οδό Ζάκκα. Η ώρα 3 τα ξημερώματα χτύπησα το κουδούνι, με βλέπει και μου λέει: «Είσαι συ ή δεν είσαι;». Δε με αναγνώρισε! Ήμουν πια ούτε 50 κιλά…

Πήρε ταξί η θειά μου, ήρθαμε στην Κασσάνδρου που έμενε ο αδερφός μου. Μου λέει «είσαι συ ή δεν είσαι; Αν δεν είσαι θα σε πετάξω έξω…!». «Καλά πλάκα με κάνεις; Δε με γνωρίζεις; Επειδή χάσαμε κάποια κιλά;» του λέω.

Πήγα στο χωριό, στους Γαλατάδες Πέλλας, στις 6 Δεκεμβρίου, γιόρταζε κι ο πατέρας μου. Ημέρα Πέμπτη, στα Γιαννιτσά είχε λαϊκή. Με το που κατεβαίνω από το λεωφορείο, 40 άτομα «πλάκωσαν» επάνω μου για να δουν αν είμαι εγώ!!!

Ένας ξάδελφός μου θυμάμαι, έφυγε τρέχοντας λες και φοβήθηκε! Πήγε να ειδοποιήσει τη μάνα μου, που ξυπόλητη έτρεχε να με υποδεχθεί…

Όταν βγήκα να πιω ένα ποτό, έγινε χαμός! Πολύ ζεστή υποδοχή.

«ΝΟΙΩΘΩ ΤΥΧΕΡΟΣ»

Ο Αντώνης Μανδάλης, όπως όλοι οι πολεμιστές της ΕΛΔΥΚ που έχω γνωρίσει μέχρι σήμερα, είναι πάντα παλικάρια. Έχουν ζήσει την κόλαση του πολέμου, την πίκρα, την ταλαιπωρία, την απογοήτευση από τη στάση της πολιτείας στο μέγιστο βαθμό. Ακόμη και σήμερα τη ζωή την αντιμετωπίζουν με το θάρρος εκείνου που γλίτωσε από την κόλαση.

Τον ρώτησα εάν νοιώθει τυχερός ή άτυχος που βρέθηκε στη δίνη του πολέμου, έχοντας κατά νου ότι οι ζωές πολλών καταστράφηκαν, κυρίως καταστράφηκε η ψυχολογία τους.

«Εννοείται ότι νοιώθω τυχερός. Και που σώθηκα αλλά και που έζησα αυτά τα γεγονότα. Γιατί έχω να θυμάμαι μια εμπειρία συγκλονιστική. Επί 4 μήνες το μόνο πράγμα που ήταν για μας μαξιλάρι ήταν μια πέτρα, το όπλο μας και τα ξερά χόρτα που μαζεύαμε για να κάνουμε στρώμα…»

Έχεις πάει στην Κωνσταντινούπολη;

«Δε θέλω να πάω στους Τούρκους. Θέλω να πάω στην Κωνσταντινούπολη, να δω τα μνημεία, αλλά δε θέλω να πάω στην Τουρκία».

Τώρα στην κρίση, που πολλά νέα παιδιά φεύγουν στο εξωτερικό, τι λέτε εσείς στα παιδιά σας, με δεδομένη τη στάση της πολιτείας στο δικό σας θέμα;

«Δεν παρακινώ τα παιδιά μου να φύγουν εκτός Ελλάδος. Να μείνουν εδώ και να το παλέψουν…»

«Φίλους χάσατε;», τον ρώτησα.

«Εγώ όχι…»

«Τυχερός ήσασταν δηλαδή…» του είπα.

«Δεν ξέρω. Κι ούτε τραυματίστηκε κανένας. Μας φύλαξε η Παναγία…»

Αυτοί οι άνθρωποι δεν είναι μαθημένοι να μιλούν δημόσια. Με εξαίρεση κάποιους που μίλησαν πολύ καθώς τα ΜΜΕ εστίασαν επί χρόνια σε συγκεκριμένα γεγονότα, αγνοώντας την ανθρώπινη πλευρά, τις προσωπικές ιστορίες αγωνίας που έζησε ο κάθε στρατιώτης που βρέθηκε στη δίνη του Αττίλα. Μετά το τέλος της κουβέντας μας, ο στρατιώτης Μανδάλης από τους Γαλατάδες Πέλλας άρχισε να ξεφυλλίζει με έναν ιδιότυπο ενθουσιασμό το φωτογραφικό άλμπουμ, να μου δείχνει φωτογραφίες, να μου εξηγεί για τόπους κι ανθρώπους, για ιστορίες που πρέπει να ειπωθούν…

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Oσα δημοσιεύματα δεν έχουν την υπογραφή μας αντιπροσωπεύουν την προσωπική γνώμη των συγγραφέων τους και όχι την δική μας.Κάθε γνώμη είναι σεβαστή, αρκεί να αποφεύγονται ύβρεις, ειρωνείες και προσβλητικοί χαρακτηρισμοί, πολύ περισσότερο σε προσωπικό επίπεδο, εναντίον των συνομιλητών ή και των συγγραφέων, με υποτιμητικές προσφωνήσεις, ύβρεις,, ή απειλές.

ΜΕ ΖΩΝΤΑΝΗ ΤΗ ΜΝΗΜΗ

Η γνώση του ιστορικού παρελθόντος είναι απαραίτητη για την εθνική αυτογνωσία ενός λαού. Το blog μας με τρόπο απλό χωρίς να διαστρεβλώνει την ιστορική αλήθεια, φωτίζει με αναδρομές στα γεγονότα σελίδες ιστορίας του μαρτυρικού Λαού της Κύπρου και των Ελλαδιτών και Κυπρίων νεκρών και αγνοουμένων Ηρώων.